«Είναι και αντιγραφή και κλοπή» ισχυρίζεται ο συγγραφέας του «Πεθαίνω σαν χώρα» για τον «Θάνατο του ιερού ελαφιού» του Γιώργου Λάνθιμου, τον οποίο εκτιμούσε τόσο πολύ και παραλίγο να συνεργαστεί μαζί του
Συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες Η σειρά πάει κάπως έτσι: μεταφορά, διασκευή, αντιγραφή, κλοπή, λογοκλοπή. Αν κάποιος διασκευάσει έργο κάποιου άλλου, τότε «καλώς κάμει». Ελεύθερος να το κάνει. Ωραία. Αλλά δεν είναι στοιχειώδης ηθική υποχρέωσή του να το αναφέρει; Λέω τώρα εγώ!
Το 2005 ο τότε άγνωστος Γιώργος Λάνθιμος ανεβαίνει στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την πρώτη ταινία του (μεγάλου μήκους) «Κινέττα». Με δύο «τ». Εκείνη τη χρονιά, αν δεν με απατά η μνήμη μου, ανάμεσα στα αφιερώματα ήταν εκείνο στον Αρτούρο Ριπστάιν από το Μεξικό. Και ανάμεσα στις ταινίες του Ριπστάιν «Το κάστρο της αγνότητας» (El Castillo de la Pureza). Πηγές έγκυρες αναφέρουν πως ο Λάνθιμος παρακολούθησε όλες τις προβολές όλων των ταινιών του Αρτούρο Ριπστάιν. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Φεστιβάλ των Καννών, σε παράλληλο πρόγραμμα, προβάλλεται και βραβεύεται, με το πρώτο τρόπαιο, ο «Κυνόδοντας». Απαντες ενθουσιασμένοι με το γεγονός και την ανακάλυψη ενός νέου μεγάλου ταλέντου. Ανάμεσά τους κι εγώ.
Μετά από μήνες κάποιοι θυμήθηκαν και αποφάσισαν να δημοσιεύσουν τις ομοιότητες, σχεδόν την ταύτιση των σεναρίων ανάμεσα στο «Κάστρο της αγνότητας» και τον «Κυνόδοντα». Μοναδικές διαφορές, ο τόπος, ο χρόνος και η γλώσσα. Ολα τα υπόλοιπα, σχεδόν φτυστά σαν δυο σταγόνες νερό. Ο Λάνθιμος θυμώνει με την ελληνική κινηματογραφική δημοσιογραφία και έκτοτε κλείνει όλες τις πόρτες σε όλους αυτούς τους «συκοφάντες».
Το ερώτημα απλό: Πώς είναι δυνατόν ένας τόσο ταλαντούχος, τόσο διεθνώς αναγνωρισμένος σκηνοθέτης να μην αναφέρει στους τίτλους της ταινίας του, τον σκηνοθέτη που επηρέασε το έργο του; Πώς; Μετά από οκτώ χρόνια πάλι τα ίδια. Με αφορμή την ταινία του «Ο θάνατος του ιερού ελαφιού» (The killing of a sacred deer) με διεθνές πρωτοκλασάτο καστ από Νικόλ Κίντμαν και Κόλιν Φάρελ. Σε αυτή την περίπτωση, «θύμα» ο Δημήτρης Δημητριάδης.
Ο πασίγνωστος συγγραφέας, θεατρικός συγγραφέας, μεταφραστής έργων Σαίξπηρ, Ευριπίδη, Αισχύλου, Μπέκετ, Ντιράς, Αξελού, Μολιέρου, Μπαλζάκ, Σατρ, Ζενέ, Τένεσι Ουίλιαμς και πάει λέγοντας. Ο Δημητριάδης, συγγραφέας ενός μνημειώδους λογοτεχνικού έργου, του «Πεθαίνω σαν χώρα». Συγγραφέας πολλών έργων. Οπως ας πούμε «Ανθρωπωδία». Ο Δημητριάδης, ένα από τα πνευματικά καμάρια της Θεσσαλονίκης. Λάτρης θεάτρου και κινηματογράφου. Οπου το 2017, μόνος, σε κάποια αίθουσα που έπαιζε «Ο θάνατος του ιερού ελαφιού», του νέου Γιώργου Λάνθιμου που εκτιμούσε τόσο πολύ και παραλίγο να συνεργαστεί γι’ αυτή την ταινία, πέφτει πάνω σε μια σκηνή και τότε συγκλονίζεται και εμβρόντητος λέει στον εαυτό του: «Μα αυτή η σκηνή είναι εντελώς δική μου! Από την κορυφή μέχρι τα νύχια!». Η συνέχεια, όπως μου την εξιστόρησε τηλεφωνικά με ψυχραιμία, ευπρέπεια και κρυστάλλινη πνευματικότητα.
ΣΚΗΝΗ 1: «Η ΖΑΛΗ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗ ΣΦΑΓΗ»
– Να τα πάρουμε από την αρχή… «Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ολοκληρώνω μετά από πολύχρονη και δύσκολη δουλειά ένα θεατρικό έργο με τίτλο “Η ζάλη των ζώων πριν τη σφαγή”. Εκείνη την εποχή ήμουν πολύ στενός φίλος και συνεργάτης του Γιάννη Χουβαρδά. Που είχε ιδρύσει το Θέατρο του Νότου. Και του δίνω το έργο να το διαβάσει. Το διαβάζει και αποφασίζει να το ανεβάσει. Η χρονιά ήταν Οκτώβριος του 2000. Ανεβαίνει το έργο και κατακεραυνώνεται από την κριτική. Κάποιος από τους ηθοποιούς μού λέει πως ένας νέος Ελληνας σκηνοθέτης είδε την παράσταση και ενδιαφέρεται να κάνει ταινία το έργο μου. Αυτός ήταν ο Γιώργος Λάνθιμος. Την επόμενη χρονιά, το 2001, κανονίστηκε μια συνάντηση στην Αθήνα. Η συνάντηση έγινε σε ένα καφέ στην πλατεία Κολωνακίου, στη “Βιβλιοθήκη” και ήταν πάρα πολύ εγκάρδια. Το σχέδιό του να μεταφερθεί στην οθόνη το έργο μου ήταν τόσο προχωρημένο που είχε φέρει μαζί του ένα άλμπουμ για να μου δείξει φωτογραφίες για το πώς έβλεπε σε επίπεδο χρωμάτων την ταινία».
– Σας είπε κάτι για τον τίτλο; «Δεν μιλήσαμε για τον τίτλο, αλλά προχώρησε αναφέροντας ονόματα, ανάμεσα σε αυτά την Αμαλία Μουτούση για τον ρόλο της μητέρας. Ολοι, πάντως, οι υποψήφιοι για το κάστινγκ, από τους καλύτερους ηθοποιούς εκείνης της εποχής. Μέχρι τότε δεν είχε γυρίσει καμία από τις γνωστές ταινίες του. Η “Κινέττα” έγινε μετά από χρόνια, το 2005. Μετά χωρίσαμε πολύ εγκάρδια. Να προσθέσω ότι κανείς δεν γνώριζε τη συνάντησή μας καθώς και την πρόθεσή του να γυρίσει ταινία το έργο μου».
– Δεν το είπατε σε κανέναν; «Μάλλον μπορεί να το είχα πει στον Γιάννη Χουβαρδά που γνώριζε τον Γιώργο και τον εκτιμούσε».
– Δεν σας είπε τίποτα για το περιεχόμενο; «Δεν είχε ακόμα ξεκινήσει η κινηματογραφική προσαρμογή. Πάντως έμεινα με την εντύπωση ενός πολύ γλυκού, συμπαθέστατου ελπιδοφόρου νέου».
ΣΚΗΝΗ 2: «ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΟΝ “ΑΣΤΑΚΟ” ΚΑΙ ΠΕΣ ΜΟΥ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΣΟΥ»
– Και από το 2001 και μετά, τίποτα; «Χανόμαστε για αρκετό διάστημα. Καμία επικοινωνία εκ μέρους του. Το 2003 ο Γιάννης Χουβαρδάς του προτείνει να ανεβάσει στον Εξώστη, στο Θέατρο του Νότου, ένα δικό μου έργο. Ενα άλλο έργο με τίτλο “Διαδικασίες διακανονισμού διαφορών”. Το έργο ανεβαίνει Μάιο του 2003 με δική του σκηνοθεσία για τέσσερις μόνο παραστάσεις. Δεν είχα καμία επικοινωνία στη διάρκεια των δοκιμών. Δεν με κάλεσε καν στις πρόβες».
– Περίεργο… «Είναι ένα δείγμα κάποιου πράγματος, κάτι λέει αυτό. Τον είδα μόνο μετά το τέλος της παράστασης εκείνης της ημέρας. Κουβεντιάσαμε μόνο για την παράστασή του. Δεν αναφέρθηκε τίποτα. Μέσα μου πίστευα πως θα μου πει κάτι. Εκτοτε δεν ξαναειδωθήκαμε. Μερικά χρόνια αργότερα, το 2009, γυρίζει τον “Κυνόδοντα”. Δεν θέλω να αναφερθώ στις ομοιότητες της ταινίας του με τη μεξικάνικη “Το κάστρο της αγνότητας” του Αρτούρο Ριπστάιν. Μπορώ, όμως, να σας διαβεβαιώσω πως ο “Κυνόδοντας” είναι μια παραλλαγή της “Ζάλης των ζώων”. Παραλλαγή κοντινή και μακρινή συγχρόνως. Γιατί και στις δύο περιπτώσεις κυριαρχεί μια δυστοπική, δυσλειτουργική οικογένεια».
– Αυτό όμως δεν σημαίνει αντιγραφή… «Οχι, σε καμία περίπτωση. Αλλά συμβαίνει κάτι σημαντικό και ενδεικτικό. Η ίδια ηθοποιός, η Μισέλ Βάλεϊ που υποδύεται τη μητέρα, έπαιζε τον ίδιο ρόλο στην παράσταση και τον ίδιο στον “Κυνόδοντα”. Ενα ζευγάρι με τρία παιδιά. Στο δικό μου έργο συμβαίνουν τα πιο ακραία και πιο τραγικά πράγματα μεταξύ των μελών της οικογένειας. Στο μεσοδιάστημα, μέχρι το 2017, με τον “Θάνατο του ιερού ελαφιού”, επικοινωνούμε με email. Πολύ φιλικές ανταλλαγές, με θέμα πάντα τον κινηματογράφο και τη συγγραφή σεναρίων. Μάλιστα έκανε μια πολύ φιλική κίνηση εμπιστοσύνης προς εμένα, στέλνοντάς μου να διαβάσω, σε γαλλική μετάφραση, το σενάριο του “Αστακού” προτού γυριστεί ταινία το 2015. Καταπληκτικό σενάριο, καλύτερο από την ταινία».
– Σας άρεσε η ταινία; «Τη βρήκα πολύ λιγότερο ολοκληρωμένη από το σενάριο. Περνάμε τώρα στην ταινία “Ο θάνατος του ιερού ελαφιού” τον Δεκέμβριο του 2017. Είχα διαβάσει από δημοσιογραφικές πηγές για την ταινία, το σενάριο, την πλοκή, το θέμα. Πηγαίνω και τη βλέπω μόνος μου σε αίθουσα της Θεσσαλονίκης. Κι εκεί που παρακολουθούσα την αφήγηση, λίγο πριν από το διάλειμμα προβάλλεται η κεντρική και επίμαχη σκηνή. Διότι χωρίς τη σκηνή αυτή μεταξύ γιατρού και νεαρού δεν υπάρχει ταινία. Ολη η ταινία βασίζεται σε αυτή τη σκηνή μεταξύ των δύο προσώπων. Βλέπω τη σκηνή και μένω εμβρόντητος για έναν επιπλέον λόγο, επειδή ήμουν απροετοίμαστος και απληροφόρητος».
ΣΚΗΝΗ 3: «ΑΥΤΗ Η ΣΚΗΝΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΕΛΩΣ ΔΙΚΗ ΜΟΥ»
-Τι είναι αυτή η σκηνή; «Ο γιατρός έχει χειρουργήσει έναν άντρα, τον πατέρα του νεαρού, που κατά τη διάρκεια της επέμβασης πεθαίνει. Αυτό συμβαίνει επειδή ο γιατρός που τον χειρούργησε ήταν πιωμένος, δεν ήταν σε νηφάλια κατάσταση. Ο νεαρός έχει προσεγγίσει τον γιατρό, αποκτά πολύ φιλικές, στενές σχέσεις μαζί του, μπαίνει στην οικογένεια, η κόρη του γιατρού τον ερωτεύεται και μέσα στην οικειότητα που δημιουργήθηκε μεταξύ γιατρού και νεαρού οι δύο συναντώνται σε ένα καφέ. Οπου ο νεαρός τού αποκαλύπτει ότι είναι ο γιος του νεκρού και του θέτει το εξής δίλημμα, προκειμένου να εξιλεωθεί ο γιατρός. Ή να σκοτώσει ένα από τα μέλη της οικογένειάς του ή, αν δεν το κάνει αυτό, τότε θα υπάρξουν πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην οικογένεια του γιατρού. Θα εμφανιστούν στα παιδιά του συμπτώματα όπως ανορεξία, παράλυση, αιμορραγία από τα μάτια, με αποτέλεσμα να καταλήξουν και τα δύο στον θάνατο. Ο γιατρός αρνείται να συμμορφωθεί, αντιδρά αρνητικά, με αποτέλεσμα να αρχίζουν να πραγματοποιούνται όλα αυτά τα συμπτώματα που είχε προαναγγείλει ο νεαρός στον γιατρό. Τελικά ο γιατρός υποχωρεί και στο τέλος σκοτώνει το παιδί του, το αγοράκι».
– Η σκηνή αυτή είναι δική σας; «Εντελώς δική μου. Δεν υπάρχει σε κανένα θεατρικό έργο παγκοσμίως ανάλογη σκηνή με αυτή».
– Ο Λάνθιμος έκλεψε τη σκηνή; «Ας μη βάλουμε πως έκλεψε αλλά “αντέγραψε”».
– Ομως από τη στιγμή που δεν είχατε δώσει τη συναίνεσή σας και από τη στιγμή που είχε διαβάσει το έργο και είχε εκφράσει, με ενθουσιασμό, την επιθυμία του να το μεταφέρει στο σινεμά, τότε δεν πρόκειται περί αντιγραφής αλλά περί κλοπής… «Ναι, ναι. Είναι και αντιγραφή και κλοπή. Το πήρε αυτούσιο το κομμάτι αυτό. Χωρίς αυτό το σημείο δεν μπορεί να υπάρξει το έργο μου αλλά και η ταινία του. Είναι το κομβικό σημείο».
– Αλλες ομοιότητες; «Εχουμε πάλι μια οικογένεια. Στο έργο μου συμβαίνει το εξής. Δύο πολύ στενοί φίλοι, ο ένας συστήνει στον φίλο του την κοπέλα του. Στην επόμενη σκηνή του λέει πως θα την παντρευτεί. Ο φίλος εκπλήσσεται και προσπαθεί να τον μεταπείσει λέγοντάς του πως δεν είναι φτιαγμένος για γάμο. Επειδή ο πρώτος δεν μεταπείθεται, ο δεύτερος περνάει σε μια κατάσταση εκστατική και προφητεύει τι θα συμβεί στον έγγαμο βίο του φίλου του. Πόσα παιδιά θα κάνει και τι θα συμβεί μεταξύ των μελών της οικογένειάς του. Του απαριθμεί τα πιο φρικτά πράγματα, όπως αιμομειξία, αυτοκτονία, έγκλημα. Τελικά εκείνος παντρεύεται. Ολα πήγαιναν μια χαρά, ώσπου είκοσι χρόνια μετά, εντελώς ξαφνικά, αρχίζουν να πραγματοποιούνται όλα όσα είχε προαναγγείλει ο φίλος του. Τα πάντα».
ΣΚΗΝΗ 4: «ΔΕΝ ΔΙΕΚΔΙΚΩ ΧΡΗΜΑΤΑ, ΜΟΝΟ ΗΘΙΚΗ ΔΙΚΑΙΩΣΗ»
– Η σύμπτωση έχει να κάνει με την προφητεία. «Ακριβώς».
– Μπορεί να ισχυριστεί ότι επηρεάστηκε από το έργο σας. Μέχρι εκεί. «Ναι, συμφωνώ. Ομως πάντα αναφέρεται η πηγή της έμπνευσης και της επιρροής».
– Και μετά; «Το πρώτο που έκανα ήταν να στείλω mail στον Λάνθιμο. Οπου του περιέγραφα τι μου συνέβη παρακολουθώντας τη σκηνή, λέγοντάς του ότι η ταινία του είναι μια κινηματογραφική εκδοχή του έργου μου».
– Και η απάντηση; Φυσικά αρνητική. «Ακριβώς. “Η ταινία μου”, γράφει, “δεν έχει καμία σχέση με το έργο σου”. Απάντησα πιο θυμωμένος. Εδώ πρέπει να σας πω ότι δεν διεκδικώ τίποτα πέραν της ηθικής αποκατάστασης».
– Εννοείτε ότι δεν διεκδικείτε χρήματα. «Οχι, δεν διεκδικώ χρήματα. Ούτε σκέφτομαι να διεκδικήσω κάτι μέσω δικαστικής οδού. Να προσθέσω μια δική του φράση. Πως αν είχε σχέση η ταινία του με το έργο μου θα με είχε ενημερώσει. Μετά επισκέφτηκα φίλη δικηγόρο στην Αθήνα και ζήτησα από έναν συνεργάτη της, φανατικό σινεφίλ, να αποφανθεί. Του έστειλα το θεατρικό έργο για να κάνει την αντιπαραβολή με την ταινία του Λάνθιμου. Μετά από λίγες ημέρες μου απάντησε ως εξής: “Υπάρχει απόλυτη ελευθερία στη διασκευή”. Ομως εγώ δεν είμαι εναντίον τη διασκευής ή της αντιγραφής. Ας κάνει ό,τι θέλει. Το κύριο είναι να υπάρχει κατοχύρωση του πνευματικού μου δικαιώματος. Προπαντός από τόσες μεγάλες, κολοσσιαίες παραγωγές. Εδώ ένα τραγουδάκι βάζουν και το χρυσοπληρώνουν και το αναφέρουν στους τίτλους. Φανταστείτε, λοιπόν, τι πρέπει να γίνει όταν απαλειφθεί, εξαφανιστεί, περιφρονηθεί ολόκληρο πρωτότυπο έργο κάποιου άλλου συγγραφέα».
– Επομένως αυτή η «απόλυτη ελευθερία στη διασκευή» έβαλε ταφόπλακα. «Μετά τη γνωμοδότηση του δικηγόρου σταμάτησα επειδή έβλεπα πως δεν μπορώ να κάνω οτιδήποτε. Δεν είχα δικαίωμα στο δικό μου συγγραφικό δικαίωμα».
– Περίεργο και εξωφρενικό. «Από τότε με απασχολούσε και δεν με άφηνε ήσυχο. Για ηθικούς λόγους. Το εισέπραξα ως υποτίμηση και προσβολή. Οπότε φέτος τον Μάιο σκέφτηκα να επικοινωνήσω με τον σεναριογράφο της ταινίας, τον Ευθύμη Φιλίππου. Του έγραψα εξιστορώντας την ιστορία του πράγματος. Η απάντησή του ήταν σχεδόν πανομοιότυπη με εκείνη του Λάνθιμου. Κατηγορηματικά αρνητικός. Ανάφερε, όμως, δύο πολύ σημαντικά πράγματα. Και οι δύο υποστηρίζουν πως η ταινία τους έχει ως αφετηρία την “Ιφιγένεια εν Αυλίδι” του Ευριπίδη. Αλλά εκεί ούτε προφητεία υπάρχει ούτε ανθρώπινη θυσία. Πάνω σε αυτό μου έγραψε ότι “η ταινία έχει κριθεί και αναλυθεί” και ότι κανείς από αυτούς που έκριναν την ταινία δεν αναφέρεται στο έργο μου. Μα κανείς από αυτούς, κριτικούς και αναλυτές, δεν γνωρίζει το δικό μου έργο για να κρίνει αν υπάρχει λογοκλοπή. Αρα το επιχείρημά του πέφτει στο κενό».
ΣΚΗΝΗ 5: «ΚΥΝΟΔΟΝΤΑΣ» ΑΠΟ ΕΚΤΥΠΩΤΗ
– Ομως ούτε στην περίπτωση του «Κυνόδοντα» αναγνώρισε δημοσίως πως είχε επηρεαστεί από το «Κάστρο της αγνότητας» του Αρτούρο Ριπστάιν. Ούτε φυσικά επανόρθωσε και διόρθωσε. «Εκεί μιλάμε για κανονικό αντίγραφο από εκτυπωτή. Ακριβές αντίγραφο».
– Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη… «Τι να πω! Να αναφέρω και ένα δεύτερο σημείο της επιστολής του Ευθύμη Φιλίππου που μιλάει για την περίπτωση της διασκευής ενός έργου. Ετσι πλαγίως ομολογεί πως το σενάριο είναι διασκευή του έργου μου. Αφού ομολογεί πως πρόκειται περί διασκευής, τότε γιατί δεν το αναφέρει στους τίτλους της ταινίας του; Να αναγνωρίσει δηλαδή το copyright του δικού μου έργου. Μετά από αυτά προχώρησα στη δημοσίευση μιας ανοιχτής επιστολής αρχές Ιουνίου».
– Θα αρκεστείτε μόνο σε επιστολές; «Δεν έχω περιθώρια να κάνω κάτι. Δεν θέλω να προχωρήσω σε δικαστικούς αγώνες, μια κατάσταση που μου είναι δυσάρεστη. Απλώς επιθυμώ ηθική ικανοποίηση και ηθική δικαίωση. Πράγμα που δεν θα έρθει ποτέ. Μια τέτοια ικανοποίηση σημαίνει πως το σενάριο και η ταινία έχουν ακριβή προέλευση το θεατρικό μου έργο. Επειδή, όμως, η ταινία είναι προϊόν μεγάλων κεφαλαίων με πρωταγωνιστές από το star system, όπως η Νικόλ Κίντμαν και ο Κόλιν Φάρελ, αναρωτιέμαι πώς θα αντιδρούσαν οι παραγωγοί αν μάθαιναν αυτό το περιστατικό».
– Θα συμφωνείτε, φαντάζομαι, πως στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση. «Ακριβώς. Το δικό μου θεατρικό έργο έχει θεματική προέλευση “Το Βιβλίο του Ιώβ”. Ο Τ.Σ. Ελιοτ έχει πει, το έχει υποστηρίξει και ο Σεφέρης, πως ο καλός ποιητής κλέβει, όπως έκανε και ο ίδιος, αλλά πάντα αναφέρει τις πηγές της κάθε κλοπής του. Και ακόμα έλεγε πως “ο κακός ποιητής αντιγράφει”. Το εμβληματικό έργο του Ελιοτ, “Ερημη χώρα”, είναι γεμάτο από πλήθος παραθεμάτων από έργα άλλων ποιητών».
ΣΚΗΝΗ 6: ΟΙ ΣΟΥΛΤΑΝΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΓΙΟΥΣΟΥΦΑΚΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
– Επομένως, όταν αναφέρεις την πηγή της κλοπής, είσαι ηθικά αποδεκτός, όταν δεν το κάνεις, είσαι κλέφτης. Αυτό λέγεται λογοκλοπή. «Προσφάτως στον λογοτεχνικό χώρο κυκλοφόρησαν πολλά δημοσιεύματα και πολλές καταγγελίες ότι κάποιοι Ελληνες ποιητές κλέβουν χωρίς να αναφέρουν τις πηγές τους».
– Αναφέρεστε προφανώς στην περίπτωση του ποιητή Χάρη Βλαβιανού και στους κατηγόρους του, Γιάννη Πατίλη, Νίκο Χιώτη, Γιώργο Μπλάνα. «Τέλος πάντων. Πάντως πρέπει να σας πω, σχετικά με το σημερινό επίπεδο, το λογοτεχνικό, πως βρισκόμαστε στα όρια της μετριότητας. Μία από τις αιτίες αφορά στον κυρίαρχο ρόλο 4-5 εκδοτικών οίκων. Αφορά στους ευνοούμενους, τα φαβορί αυτών των 4-5 εκδοτικών οίκων. Ολοι σχεδόν γράφουν σχεδόν κατά παραγγελία».
– Ποιοι είναι αυτοί οι ευνοούμενοι; «Ανάμεσα σε αυτούς ο Χρήστος Χωμενίδης και ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης. Αυτοί λειτουργούν σαν υπάλληλοί τους. Ποτέ δεν πρέπει να λείψουν από την αγορά του βιβλίου. Πρέπει διαρκώς να δίνουν συνεχώς το “παρών”. Αλλο σύμπτωμα, πολύ σοβαρό, είναι ότι υπάρχουν ομαδοποιήσεις. Ομάδες όπου τα μέλη τους υποστηρίζουν τα συμφέροντα της ομάδας τους εναντίον των άλλων ομάδων».
– Αυτό λέγεται φατριατισμός. «Απόλυτος. Αυτό δημιουργεί μια αντιπαλότητα στα όρια της εχθρότητας. Εμφανίζονται φαινόμενα αλληλοεξόντωσης. Ομως μη με αναγκάζετε να πω ονόματα. Δεν μπορώ να πω. Το κλίμα κυριαρχείται από δύο συστατικά, υποκρισία και φόβο. Και υποκρίνονται μεταξύ τους και συγχρόνως φοβούνται τους άλλους. Ο καθένας φοβάται τον άλλον. Καταλαβαίνετε τι κλίμα είναι αυτό. Ξέρετε πώς το ονομάζω όλο αυτό; “Το χαρέμι της Αθήνας”. Εχει τους “σουλτάνους” του, τα “γιουσουφάκια” του, τα “ουρί” και τους “ευνούχους”».
– Και σε ρόλο «σουλτάνου»; «Φυσικά οι εκδοτικοί οίκοι».
gettyimages-860612034-2048x2048_2
_I9F5621_2
«Δεν θέλω να προχωρήσω σε δικαστικούς αγώνες. Απλώς επιθυμώ ηθική ικανοποίηση και ηθική δικαίωση. Μια τέτοια ικανοποίηση σημαίνει πως το σενάριο και η ταινία έχουν ακριβή προέλευση το θεατρικό μου έργο», λέει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης και συμπληρώνει: «Επειδή, όμως, η ταινία “Ο θάνατος του ιερού ελαφιού” είναι προϊόν μεγάλων κεφαλαίων με πρωταγωνιστές από το star system, όπως η Νικόλ Κίντμαν και ο Κόλιν Φάρελ, αναρωτιέμαι πώς θα αντιδρούσαν οι παραγωγοί αν μάθαιναν αυτό το περιστατικό»
ΣΚΗΝΗ 7: ΤΟ ΠΤΩΜΑ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
«Είμαι σε καλή διάθεση γράφοντας και μεταφράζοντας εδώ και μήνες το βιβλίο του Κώστα Αξελού “Ο Ηράκλειτος και η φιλοσοφία” από την Εστία. Δεν μπορώ να παραδώσω τη μετάφραση όπως την είχα κάνει παλιά. Κάνω μια νέα μετάφραση. Διορθώνω τον εαυτό μου. Εκ βάθρων. Πολύ ωραίο να διορθώνουμε τον εαυτό μας. Εκείνη η παλιά μετάφραση είμαι εγώ. Τώρα δεν συμφωνώ με το εγώ το τότε. Τα χρόνια που πέρασαν έφεραν βαθύτατες αλλαγές, μετατόπισα τον εαυτό μου σε άλλα επίπεδα πνευματικής λειτουργίας. Πρέπει να δίνουμε μεγάλη σημασία στον χρόνο, στη διάρκεια, ακόμα και στην ηλικία που σημαίνει ο χρόνος αυτός. Δεν δίνουμε την απαραίτητη σημασία στον χρόνο ως διαδικασία ωρίμανσης. Βιαζόμαστε και προτρέχουμε. Γι’ αυτό σε πολλές περιπτώσεις αναιρούμε και αποκηρύσσουμε τα προηγούμενα έργα μας. Ο χρόνος είναι καταλυτικός παράγων. Το θέλουμε ή όχι. Λειτουργεί ανεξάρτητα από εμάς. Φέρει πράγματα πραγματικά εκπληκτικά. Ενα από τα βασικά μαθήματα που έπρεπε να δίνονται από τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου. Πρέπει να έχουμε επίγνωση του χρόνου, του προσωπικού μας χρόνου».
– Τι έχετε αναθεωρήσει; «Είχα την τύχη να αρχίσω να δημοσιεύω αρκετά αργά, μετά τα 30 μου. Οπότε ήμουν σε μια στιγμή που δεν χρειάστηκε να αναιρέσω ή να αποκηρύξω κάτι δικό μου».
– Εννοώ τι έχετε αναθεωρήσει από τις γενικές, κοινωνικές και πολιτικές σας απόψεις; «Μεταξύ 25 και 30 αναθεώρησα κυρίως στις πολιτικές μου τοποθετήσεις. Είμαι σύγχρονος της καυτής περιόδου 1965-66. Μια περίοδος που χαρακτηρίστηκε από αυτό που ονομάστηκε “αποστασία”. Η αποστασία με πολιτικοποίησε. Με τοποθέτησε στην Αριστερά. Εκείνη την εποχή ήμουν στις Βρυξέλλες ως σπουδαστής θεάτρου και κινηματογράφου με υποτροφία του βελγικού κράτους. Εκείνη την περίοδο, λοιπόν, ήμουν φανατικά εναντίον θεσμών, όπως της βασιλείας και της μοναρχίας. Αυτή η εμπειρία μου με ενέπνευσε στη συγγραφή του πρώτου θεατρικού μου έργου “Η τιμή της ανταρσίας στη μαύρη αγορά”. Ως μάθημα για λογαριασμό της Σχολής, αλλά στη συνέχεια ως παράσταση που ανέβηκε το 1968».
– Το γράψατε από την πλευρά ενός αριστερού; «Σε βαθμό που έγινα τροτσκιστής. Ερχεται η δικτατορία, το 1967, που με σπρώχνει ακόμα πιο ακραία. Με συμμετοχές σε διαδηλώσεις. Αλλά μετά το 1968, από την όλο πιο έντονη ενασχόλησή μου μέσα από την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία, εννοώ Φιλοσοφία και Θέατρο, αρχίζω και απομακρύνομαι από ακραίες αριστερές θέσεις προς μια ευρύτερη τοποθέτηση και θέαση των πραγμάτων. Και έκτοτε είμαι σε αυτό το σημείο. Από τότε που ήμουν 26 με 27 ετών. Δηλαδή διατηρώ όλες τις λεγόμενες προοδευτικές ιδέες, αλλά συγχρόνως τοποθετούμαι σε ένα ευρύτερο πεδίο».
– Ψηφίσατε ΣΥΡΙΖΑ; «Είμαι από τους φανατικούς αντιπάλους αυτού του πολιτικού και κομματικού πτώματος που η αποφορά του μας έχει δηλητηριάσει. Εχω τοποθετηθεί δημοσίως και ευθέως εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, όλα αυτά τα χρόνια που κυβερνούσε τον τόπο».
– Δηλαδή τι ψηφίζατε; «Από τη Μεταπολίτευση και μετά πάντα ψήφιζα κόμματα του Κέντρου και της Αριστεράς. Στις τελευταίες εκλογές ψήφισα Νέα Δημοκρατία. Το λέω ευθέως και όπως θέλει ας ερμηνευτεί. Εχουν κολλήσει την ετικέτα της Δεξιάς σε μια διακυβέρνηση η οποία δίνει δείγματα Κέντρου και Σοσιαλδημοκρατίας. Θα έλεγα έχει στοιχεία προοδευτικότητας. Για να μη χρησιμοποιήσω αυτό που έλεγε ο Χατζιδάκις, που ήταν πιο αριστερός από τους αριστερούς. Με τον Μάνο ήμασταν φίλοι, συναντιόμασταν πολύ συχνά και ήταν γνωστή η εκτίμηση που έτρεφε προς τον Λεωνίδα Κύρκο. Ο Χατζιδάκις ήταν η επιτομή ευρύτητας πνεύματος. Ενα τεράστιο ανοιχτό μυαλό. Ενα υπόδειγμα πνευματικού ανθρώπου».
Τι να πω και τι να προσθέσω… Αυτό που έγραψα και στην αρχή: «Συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες». Και κάτι ακόμα. Τι θα στοίχιζε στον τόσο διεθνώς αναγνωρισμένο Λάνθιμο να παραδεχτεί τις πνευματικές επιρροές του; Τίποτα. Ασε που θα πρόσθετε γενναιοψυχία στο βιογραφικό του. Αλλά μπορεί να καταφεύγει στο γνωστό επιχείρημα, το κλισέ και πασπαρτού όλων των λογοκλοπών: τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται. Οπως έλεγε και ο Γούντι Αλεν, «Ποιον από τους δύο αγαπάς, τον καλλιτέχνη ή τον άνθρωπο;». Τον καλλιτέχνη, τον καλλιτέχνη!