Έσπασε την σιωπή της η μητέρα του 6χρονου Ράινερ Τζέισον, ο οποίος απήχθη από το σπίτι του στην Κηφισιά και μεταφέρθηκε στη Νορβηγία από τον πατέρα και τον θείο του.
Όλα έγιναν το βράδυ της Τρίτης όταν ένας κουκουλοφόρος πήγε στο σπίτι της μητέρας στην Κηφισιά και όταν ο μικρός άνοιξε την πόρτα τον άρπαξε και τράπηκε σε φυγή. Όπως αποδείχθηκε λίγο αργότερα, πίσω από την αρπαγή του παιδιού για το οποίο εκδόθηκε και Silver Alert βρισκόταν ο ίδιος ο πατέρας και ο θείος του, oι οποίοι μετέφεραν παράνομα τον 6χρονο στη Νορβηγία μέσω Θεσσαλονίκης.
Η μητέρα στην επιστολή της κάνει λόγο για περιστατικά βίας που έζησε από τον πρώην σύζυγο της -τόσο αυτή όσο και το παιδί- ενώ όπως καταγγέλλει, το 2018 της επιτέθηκε με μαχαίρι μπροστά στα μάτια του 6χρονου.
Aναλυτικά η επιστολή της μητέρας του 6χρονου μετά την αρπαγή του:
«Δεν έχω ασχοληθεί με τα κανάλια και το κουτσομπολιό μέχρι σήμερα διότι το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να βρεθεί το παιδί μου. Παρόλα αυτά οφείλω να πω δυο πράγματα, και ο καθένας βγάζει τα συμπεράσματά του.
Πριν τον ερχομό μου με τον Ράινερ στην Ελλάδα το 2020, υπήρξε δικαστική διαμάχη στην Νορβηγία μεταξύ εμένα και του πρώην άντρα μου που διήρκησε σχεδόν 2 χρόνια, από το 2018 που χωρίσαμε, όταν με απείλησε με μαχαίρι μπροστά στο παιδί. Υπήρξε πολύ σοβαρή βία εκ μέρους του προς εμένα στο παρελθόν και υπάρχει επίσημη καταγγελία στην Νορβηγία για τα συμβάντα.
Μετά τον χωρισμό μας, όταν ο πρώην άντρας μου δεν κατάφερε να με πείσει να γυρίσω πίσω σε εκείνον, ξεκίνησε να με απειλεί ότι θα μου πάρει το παιδί. Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο όταν έχει ασκήσει τόση βία πάνω μου στο παρελθόν, καθώς θεωρούσα τότε ότι στην Νορβηγία υπάρχει νόμος και τάξη και προστασία για τις γυναίκες. Εκείνος παρόλο που είχαμε υπογράψει να έχουμε 50-50 με συνεπιμέλεια, πήρε το παιδί συνεχίζοντας να με απειλεί με μεγάλο μίσος και πολύ άσχημη συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να αναγκαστώ να απευθυνθώ στις αρχές της Νορβηγίας προκειμένου να πάρω το παιδί μου πίσω.
Επί δύο συνεχόμενα χρόνια πάλευα μόνη μου στην Νορβηγία να διεκδικήσω τα δικαιώματά μου, χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Παρέδωσα στην αστυνομία αρκετές αποδείξεις για την βίαιη συμπεριφορά του, τις απειλές, τα επεισόδια βιασμού μέσα από μηνύματα αλλά και από έγγραφα από το νοσοκομείο του Κριστιανσαντ.
Εκείνη την περίοδο ξεκίνησα να υποψιάζομαι και για βίαιη συμπεριφορά πάνω στο παιδί μας, από την αντίδρασή του Ράινερ όποτε τον έβλεπα. Απευθύνθηκα στις υπηρεσίες προστασίας γυναικών οι οποίες μετά την εξιστόρησή μου κάλεσαν άμεσα τις παιδικές υπηρεσίες να ερευνήσουν την υπόθεση.
Προσπάθησα συνεχόμενα να συνεφέρω τον πρώην άντρα μου, να σταματήσει αυτή την τρέλα και να μεγαλώσουμε μαζί το παιδί μας χωρίς διαμάχες. Εκείνος μου απαντούσε απαξιωτικά ότι δεν ενδιαφέρεται, να πάω να αυτοκτονήσω, ότι θα φροντίσει εκείνος και η οικογένεια του να μην ξαναδώ ποτέ τον Ράινερ. Περιέργως φαινότανε πολύ σίγουρος για την υπόθεση.
Με σοκ διαπίστωσα στο δικαστήριο ότι όχι μόνο δεν δέχθηκαν να με βοηθήσουν να αποκατασταθεί η επικοινωνία μου με τον Ράινερ, αλλά μείωσαν περεταίρω την επικοινωνία μου με το παιδί σε κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο!
Η δικηγόρος που είχα αρχικά δεν με υποστήριξε, και μου παρείχε λανθασμένες οδηγίες και είχε φροντίσει να μην υπάρχει διερμηνέας στο δικαστήριο το οποίο έγινε στα νορβηγικά χωρίς να καταλαβαίνω τίποτε. Την απέλυσα αφού έκανα καταγγελία στο δικηγορικό σύλλογο και μετά πήγα σε όλα τα δικηγορικά γραφεία του Κριστιανσαντ ένα ένα ζητώντας υποστήριξη, αλλά για κάποιο λόγο κανείς δεν ήθελε να πάρει την υπόθεσή μου. Δήλωσα αυτοεκπροσώπηση, και έστειλα στο δικαστήριο 80 σελίδες με κείμενο και αποδεικτικά στοιχεία για ότι είχε συμβεί.
Με αγνόησαν και πάλι, λέγοντας ότι είναι καλύτερα το παιδί να μείνει με τον πατέρα γιατι εκείνος έχει οικογένεια εκεί, ενώ εγώ όχι.
Μέχρι και άνθρωποι στη φυλακή έχουν το δικαίωμα να βλέπουν τα παιδιά τους παραπάνω από ένα ΣΚ κάθε δύο εβδομάδες. Δεν υπήρξε κανένας ουσιαστικός λόγος να μου απαγορέψουν να είμαι μάνα στο παιδί μου. Δεν έχω ψυχολογικά προβλήματα, δεν κάνω χρήση ουσιών, δεν πίνω καν αλκοόλ, ήμουν σε θέση για 3 χρόνια να δουλεύω να σπουδάζω και να φροντίζω το παιδί μου ολομόναχη χωρίς κανένα πρόβλημα.
Από τους ανθρώπους που ενεπλάκησαν στην υπόθεση, κάποιοι φαινόντουσαν να θέλουν να με βοηθήσουν αλλά πολλές φορές διαπίστωσα ότι σαν να φοβόντουσαν να μιλήσουν στο δικαστήριο. Η αστυνομία περιέργως έθεσε την υπόθεση βίας στο αρχείο, όπως και οι παιδικές υπηρεσίες.
Χωρίς καμία απολύτως διαφυγή, ο άντρας μου, μου πρότεινε να γυρίσω μαζί του, αλλιώς όπως είπε «θα συνεχίσω και δεν θα σου αρέσει», αφήνοντας υπονοούμενα ότι θα φρόντιζε με το γραφείο μεταναστών να με πετάξει και έξω από την χώρα.
Γύρισα πίσω μαζί του ώστε να μπορώ να προστατέψω το παιδί μου, αφού κανένας άλλος δεν το έκανε. Σταμάτησα τον Ρίκυ την ώρα που χτυπούσε τον Ράινερ τρεις φορές όσο ήμουν μαζί του επι έναν ολόκληρο χρόνο…
Χωρίς να υπάρχει καμία κάλυψη για μένα και τον γιό μου από πουθενά στην Νορβηγία, πρότεινα στον πρώην άντρα μου να μετακομίσουμε στην Ελλάδα, όπου τουλάχιστον είχα την οικογένειά μου και γνωστούς. Εκείνος ενώ επί ένα χρόνο αρνούταν με διάφορες δικαιολογίες, τελικά δέχτηκε την πρότασή μου, οδηγώντας όμως στο να με κατηγορήσει για απαγωγή του παιδιού όταν ήρθαμε.
Στα ελληνικά δικαστήρια τα οποία με αθώωσαν πλήρως, αποδείξαμε με μηνύματα ότι όχι μόνο είχε γνώση ότι θα ερχόμασταν, αλλά και ότι είχε συναινέσει.
Ζήτησα και πάλι συνεπιμέλεια προσκαλώντας τον πατέρα να έρθει μαζί μου στην Ελλάδα προκειμένου το παιδί να έχει και τους δύο γονείς. Τον παρακάλεσα να σταματήσουμε την δικαστική διαμάχη και να βρούμε μια ανθρώπινη λύση. Δεν δέχθηκε ποτέ.
Ήρθε στην Ελλάδα μόνο για το δικαστήριο – δηλαδή μόνο και μόνο για να αφαιρέσει το παιδί, ενώ είχε βγάλει εν ερήμην μου απόφαση στη Νορβηγία που μου αφαιρεί κάθε δικαίωμα επικοινωνίας με το παιδί μου. Βρισκόντουσαν στην Ελλάδα από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο που έγινε η Έφεση. Η πρώτη φορά που δέχθηκε να έρθει να δει τον Ράινερ σε όλο αυτό το διάστημα, ήταν τον Σεπτέμβριο, 5 μήνες μετά την άφιξή του, και μετά από τέσσερα εξώδικα που του έστειλα προσκαλώντας τον σε επικοινωνία με το παιδί.
Μέχρι και σήμερα δεν ζήτησα ποτέ διατροφή, αποζημίωση η οποιαδήποτε χρηματική ανταμοιβή από εκείνους. Όσο έλειπα από τη Νορβηγία επικοινώνησαν με τον χώρο εργασίας μου πιέζοντάς τους να με απολύσουν.
Από τότε που έφυγαν τον Οκτώβριο, ο πατέρας έκοψε κάθε επικοινωνία μαζί μας, πέρα από ένα τηλεφώνημα στον Ράινερ κάθε δύο μήνες.
Όποτε έχει ρωτήσει ο Ρίκυ τον Ράινερ αν ήθελε να επιστρέψει στην Νορβηγία, ο μικρός του απαντούσε ότι θέλει να είναι με την μαμά. Αν γνώριζα ότι το παιδί μου θα ήτανε καλά με τον πατέρα, θα έκανα πέρα την πίκρα μου, αλλά γνωρίζω πολύ καλά και εγώ και όλοι όσοι με έχουν ζήσει με το παιδί, ότι ο Ράινερ θέλει να είναι μαζί μου. Στην Νορβηγία με δικαστική απόφαση μου απαγορεύουν να έχω οποιαδήποτε επικοινωνία με το παιδί, ενώ υπάρχει ένταλμα σύλληψης. «Η μητέρα είναι ευπρόσδεκτη να έρθει όποτε θέλει να δει το παιδί» παρολαυτα δηλώνει ευθαρσώς με τον δικηγόρο του.
Πονάω για το παιδί μου, που ξέρω ότι μάλλον δεν θα ξαναδεί ποτέ την μάνα του, και εάν ποτέ αυτό το γράμμα φτάσει στην Νορβηγία κάνω μια έκκληση σε οποιονδήποτε είναι εκεί τουλάχιστον να προσπαθήσει να προστατέψει τον γιό μου γιατί αυτή η οικογένεια είναι γεμάτοι μίσος….
Όταν ήρθα εγώ με τον Ράινερ από την Νορβηγία, τον κρατούσα από το χέρι πηγαίνοντας διακοπές χαμογελώντας και ζήτησα στον πατέρα να έρθει εδώ.
Όταν έφυγε ο Ράινερ για την Νορβηγία, έφυγε σε μαύρο βαν από κουκουλοφόρο μπράβο ουρλιάζοντας. Αν από όλα τα παραπάνω δεν είναι προφανές ότι αυτή η οικογένεια είναι μαφία, τότε μάλλον δεν γνωρίζω καλά τον ορισμό της λέξης. Όσο καλοφτιαγμένα και να είναι τα ψέματά τους, ακόμη και αν όλος ο κόσμος θέλει να τους πιστέψει, η αλήθεια δεν θα αλλάξει ποτέ.
Ράινερ δεν σταμάτησα ποτέ να παλεύω για να είμαι μαζί σου, έκανα πραγματικά τα πάντα, και δεν θα υπάρξει ούτε μια μέρα στη ζωή μου που να μην πονάω μακριά σου. Σ’ αγαπώ.