Έχετε αναρωτηθεί τι μπορεί να σημαίνει το επώνυμο σας και τι κρύβεται πίσω από αυτό; Τα περισσότερα ελληνικά επίθετα έχουν μια πολύ ωραία ιστορία να μας αφηγηθούν έχουν μεγάλη ποικιλομορφία και στις καταλήξεις και στην πραγματική σημασία των λέξεων που κρύβονται μέσα σ αυτά.
Με το πέρασμα των χρόνων μετά από πολέμους, προσφυγιά, ανακατατάξεις, νέα σύνορα και νέες πατρίδες οι σημερινές καταλήξεις των επώνυμων μπορούν να μας δώσουν τον τόπο καταγωγής και προέλευσης.
Έτσι ας πούμε τα επίθετα που τελειώνουν σε -ιδης είναι συνήθως ποντιακά, τα –ογλου από τους πρόσφυγες από Τουρκία και τα άκη-ακης είναι κρητικά.
Επιπροσθέτως η πραγματική έννοια του επιθέτου μας υποδηλώνει το στίγμα της καταγωγής ή της φυλής – προέλευσης μιας οικογένειας π.χ. ο Υψηλάντης ήταν κάτοικος από την Υψηλή του Πόντου, ο Αϊβαλιώτης από το Αϊβαλί, ο Λημνιός από τη Λήμνο και ο Σταμπουλής ή Σταμπολής έχει καταγωγή από την Πόλη (Ισταμπούλ – Ειστην Πόλη).
Σ’ αυτήν την κατηγορία θα βρούμε επίθετα που προέρχονται από την εποχή που Θράκες, Σαρακατσάνοι, Αρμένιοι και Πέρσες αποτελούσαν ένα κράμα του πλούσιου εθνολογικού μωσαϊκού της Ευρώπης και της Μ. Ασίας. Από τον βυζαντινό φρούραρχο Τορνίκιο προέρχεται το επίθετο Τορνικιδης, από τους Κουπατσάριδες που ήταν βλάχικη ομάδα της Πίνδου το επίθετο Κουπατσάρης, Κουπατσάρας, Κουπασάρης, από τους Χασιώτες δουλοπάροικους στα τούρκικα τσιφλίκια για τους οποίους δυστυχώς δεν σώζονται άλλες πληροφορίες ή μαρτυρίες έχουμε το σημερινό επίθετο Χασιώτης, από τους αγγλοσάξονες Βαράγγους που υπηρετούσαν την αυτοκρατορική φρουρά του βυζαντίου προέρχεται το επίθετο Βαράγκης Βαράγκας.
Τα παραδείγματα είναι πολλά και πάνε πολύ πίσω δείχνοντας μας και τη στενή σχέση των ελλήνων με τους Βούλγαρους, Τούρκους, Αρμένιους και όλους όσους κατά καιρούς έκαναν επιδρομές στα σημερινά εδάφη της Ελλάδας.
Άλλωστε πολλά από τα επίθετα είναι σύνθετες τούρκικες λέξεις. Το Καρά που στα τούρκικα είναι το μαύρο είναι το πρώτο συνθετικό από πολλά επώνυμα όπως Καραγιάννης (μαύρος Γιάννης), Καρατζάς (μελαχρινός), Καρακασης (μαύρο φρύδης). Εκτός από τις τουρκικές πολλά από τα επίθετα προέρχονται από λέξεις ιταλικές , λατινικές, περσικές, αραβικές, αρβανίτικες.
Ένα άλλο συνηθισμένο φαινόμενο είναι τα επίθετα να δηλώνουν ποιανού παιδί είσαι, δηλαδή το όνομα των πατεράδων ή των παππούδων, κάτι αρκετά συνηθισμένο στην Κύπρο αλλά και στην Ελλάδα όπως π.χ, Σπύρου, Γεωργίου, Βασιλείου, Αποστόλου κτλ.
Μια άλλη πηγή άντλησης επιθέτου όσο περίεργο και αν μπορεί να ακούγεται είναι τα παρατσούκλια, είτε αυτά έχουν θετικό πρόσημο είτε αρνητικό, είτε είναι χιουμοριστικά είτε πιο σοβαρά. Τα παρατσούκλια καταφέρνουν μέχρι και σήμερα, ειδικά στην επαρχία να αντικαθιστούν το πραγματικό ονοματεπώνυμο.
Πολλές φορές οι χωρικοί δεν μπορούν να καταλάβουν ποιον εννοείς γιατί δεν μπορούν να συνδέσουν το όνομα με το πρόσωπο η δεν γνωρίζουν κάν το επίθετο και αδυνατούν να καταλάβουν μέχρι να τους αναφέρεις το παρατσούκλι του ατόμου.
Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι τα περισσότερα επίθετα δεν είναι παρά εξευγενισμένα παρατσούκλια που μετατράπηκαν σε αξιοπρεπή ονόματα με την πάροδο των χρόνων όπως το Μουστάκα, το Κοντογιώργης, Ρεβίθης, Αγαπητός, Αράπογλου, Φούντας, Κοντός, Κοντού, Ταγκαλάκη Κωφίδης, Καμπουρίδης, Καμπουρακης και πάρα πολλά άλλα.
Τα επίθετα με πρώτο συνθετικό το παπά υποδηλώνουν ότι στην οικογένεια υπήρχε παλαιότερα πρόγονος που ήταν ιερέας. Το επίθετο Χατζής σκέτο η σαν πρώτο συνθετικό το έπαιρναν τιμητικά όσοι είχαν προσκυνήσει στους Αγίους Τόπους. Η λέξη προέρχεται από το αραβικό “χατζ” που σημαίνει «στέκομαι μπροστά σε μια θεότητα σε ιερό μέρος» ή «ταξίδι σε ένα ιερό μέρος».
Άλλα επώνυμα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και είναι πολλά είναι αυτά που δηλώνουν την συντεχνία, την επαγγελματική κατάρτιση του ατόμου και του πρόγονού του. Μιλάμε κατά κύριο λόγο για επαγγέλματα που έχουν χαθεί, που τα συναντάμε μόνο σε ταινίες και τραγούδια ή έχουν αντικατασταθεί με άλλα είτε ακόμα υπάρχουν αλλά έχουν αλλάξει μορφή.
Σ αυτήν την κατηγορία συναντάμε τον Αραμπά – Αραμπατζή που ήταν ο αμαξάς, ο ταξιτζής μιας άλλης εποχής. Ένα επάγγελμα πολυτραγουδισμένο που πρωταγωνιστεί στις παλιές ελληνικές ταινίες.
Ο αραμπάς στην Θεσσαλονίκη στεκότανε στην παραλιακή οδό, στην Αριστοτέλους και στο Βαρδάρη και περίμενε να πάρει τον κόσμο να τον πάει στον προορισμό του.
Ο Καλαϊτζής –Γανωτής ήταν αυτός που έπαιρνε τα σκεύη της νοικοκυράς που την εποχή εκείνη ήταν κυρίως χάλκινα για να τα οξειδώσει. Έκανε το γάνωμα είτε επι τόπου κουβαλώντας τα εργαλεία του μαζί ή μάζευε τα σκεύη τα πήγαινε στο εργαστήριο του και τα επέστρεφε την επόμενη μέρα. Αυτό που έκανε ήταν να περνάει το καλάι (από εκεί το Καλαϊτζής) τα επικασσιτέρωνε δηλαδή για να τα προστατεύσει από την οξείδωση που θα μπορούσε να τα κάνει επικίνδυνα.
Ο Μπασμάτης από την τούρκικη λέξη μπασμά που σημαίνει το βαμβακερό ύφασμα ήταν ο υφασματοπώλης της εποχής.
Ο Πασβάντης η Μεκτσής ήταν ο περιφερόμενος νυχτοφύλακας στις μεγάλες πόλεις. Η δουλειά του ήταν να προσέχει και να προστατεύει τον κόσμο που κυκλοφορούσε έξω τα βράδια και τα σπίτια από διαρρήκτες.
Ο Αλμπάντης ήταν ο πεταλωτής αυτός που έφτιαχνες τα πέταλα των ζώων τα οποία θέλανε αντικατάσταση και φροντίδα κάθε 2 -3 μήνες.
Ο Ταμπάκης ή Ταμβάκης, από την λέξη ταμπάκια που ήταν τα βυρσοδεψία, έκανε μια αρκετά δύσκολη και ανθυγιεινή δουλειά. Επεξεργαζόταν δέρματα των ζώων.
Ο Πορτούρος (Πορτόις) ήταν ο τελάλης, αυτός που του έδιναν χρήματα και έτρεχε στις γειτονίες με σημείο αφετηρίας και άφιξης (συνήθως την κεντρική πλατεία) και διαλαλούσε κάτι πολύ σημαντικό που έπρεπε να ακούσουν όλοι στην περιοχή.
Ο Κασάπης (Κασαπίδης, Κασαπίδου) ήταν ο πλανόδιος κρεοπώλης (από το κασάπης προέρχεται η λέξη χασάπης) ο οποίος είχε μια τάβλα στην οποία κρεμούσε τα κρέατα και τα πήγαινε από γειτονιά σε γειτονιά. Έπρεπε να κουβαλάει λίγα μαζί του να τα πουλήσει γρήγορα για να μην χαλάσουν και να ξαναφορτώνει εμπόρευμα στη διάρκεια μιας μέρας.
Οι Γκαϊτατζήδες ήταν αυτοί που έφτιαχναν και έπαιζαν γκάιντα, συνήθως αυτοί που έχουν αυτό το επίθετο έχουν ρίζες από τη Θράκη που είχε τους καλύτερους γκαϊτατζήδες στην Ελλάδα.
Οι Χαλκιάδες και το επίθετο Χαλκίδης, Χαλκιάς είναι κληρονομιά από τους τεχνίτες του χαλκού που δουλεύανε στην οδό Χαλκέων που προς τιμή τους πηρέ και το όνομα της όπως και η εκκλησία η Παναγία των χαλκέων και έτσι σημάδεψαν για πάντα με την παρουσία τους την περιοχή.
Τέλος Δούλγερης (από το νοτιλγκέρ που είναι το μάρμαρο στα τουρκικά) είναι ο μαρμαράς, ο Εμφιετζόγλου ή Εμφιετσζής (από το εμφιέ που είναι ο καπνός) ήταν ο καπνοπαραγωγός στα τούρκικα, ο Καζάζης (από το καζάζ που είναι το μετάξι) ήταν αυτός που πουλούσε μεταξωτά και ο Σπετσέρης (από το σπεσιέρι το ιταλικό) ήταν ο φαρμακοποιός. Νομίζω ότι είναι εμφανές επίσης από πού προέρχεται και σε ποιο επάγγελμα αναφέρονται τα επίθετα Μυλωνάς, Ράπτης, Καφετζής, Καζανάς, Τενεκετζής, Βαφέας, Βαφόπουλος, Σιδεράς, Σιδερίδης.
Αυτά είναι μόνο μερικά ενδεικτικά επίθετα και η σημασία τους. Υπάρχουν εκατοντάδες που δεν αναφέρθηκαν και με μια απλή ανάλυση όλα αφηγούνται μια μικρή ιστορία από το παρελθόν του τόπου μας. Εσύ έχεις αναρωτηθεί ποτέ από πού προέρχεται το δικό σου επίθετο; Ξεκίνα να το κάνεις και θα δεις πόσο εύκολο είναι να βρεις την σημασία του και να μάθεις κάτι για την ιστορία της οικογένειας σου από αυτό. Γιώργος Τσιτιρίδης