Κακουργήματα βλέπει στην αναφορά του προς τον δικηγόρο των οικογενειών, Αντώνη Φούσα, ο πραγματογνώμονας και πρώην υπαρχηγός της Πυροσβεστικής Ανδριανός Γκουρμπάτσης – Ζητά να γίνει άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών για τους εμπλεκόμενους αξιωματικούς, τους κυβερνητικούς παράγοντες και τους τοπικούς άρχοντες
«Υπό αυτές τις συνθήκες και τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά εκτιμώ ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις δυνάμει των οποίων στοιχειοθετείται αντικειμενικά και υποκειμενικά το αδίκημα της θανατηφόρου έκθεσης κατά συρροή με το αδίκημα της έκθεσης από την οποία προκλήθηκαν βαριές σωματικές βλάβες (άρθρο 306 ΠΚ)». Με αυτά τα λόγια ο Ανδριανός Γκουρμπάτσης, πραγματογνώμονας οικογενειών θυμάτων εκ μέρους των οποίων ενεργεί ο δικηγόρος Αντώνης Φούσας, δείχνει τον δρόμο της Δικαιοσύνης για τους αρμόδιους αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος που διαχειρίστηκαν την κρίση με τη φωτιά στο Μάτι.
Σύμφωνα με τον πρώην υπαρχηγό της Πυροσβεστικής «άφησαν τους κατοίκους των προαναφερόμενων περιοχών, που κινδύνεψαν από την πυρκαγιά (δηλαδή βρίσκονταν ήδη σε κατάσταση κινδύνου), αβοήθητους (δηλαδή δημιουργήθηκε κατάσταση <<ενδεχόμενου>> κινδύνου για τη ζωή και την υγεία τους) παρόλο που είχαν την εκ του νόμου υποχρεωτική και αποκλειστική προστασία και γνώριζαν ότι αν παραμείνουν αβοήθητοι, χωρίς την επιβεβλημένη λυτρωτική ενέργεια της διάσωσής τους την οποία είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να προσφέρουν και παρεμποδίσουν την επέλευση του κινδύνου, με βεβαιότητα θα κινδυνέψει η ζωή και υγεία τους».
Και συνεχίζει: «Αν γίνονταν η επιβεβλημένη και προβλεπόμενη από τον νόμο λυτρωτική ενέργεια (διάσωσή τους), που όντως δεν έγινε, όπως πχ στο Ν. Βουτζά και σε όποιες περιοχές έγινε, αυτή ήταν πολύ καθυστερημένη, με πιθανότητα που αγγίζει τα όρια βεβαιότητας, δεν θα επέρχονταν ο θάνατος ή τραυματισμός τους ή τουλάχιστον θα υπήρχαν τόσα θύματα και τραυματίες».
Ο κ. Γκουρμπάτσης τεκμηριώνει τη θέση του αναφέροντας συγκεκριμένα περιστατικά: «Κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (περί ώρα 17:17 μμ έως 17:30 μμ), που η πυρκαγιά εξαπλώθηκε από το Νταού Πεντέλης προς το μέτωπο που κατευθύνθηκε προς τον Ν. Βουτζά και ακολούθως περί ώρα 18:00 μμ, που εξαπλώθηκε στην περιοχή αυτή έως και 18:30 μμ, που διαπέρασε το συγκεκριμένο μέτωπο την Λ. Μαραθώνος και κατευθύνθηκε προς το Μάτι, οι κάτοικοι του Ν. Βουτζά παρέμειναν παντελώς αβοήθητοι και κινδύνεψαν από την πυρκαγιά, αφού δεν υπήρχε κανένα πυροσβεστικό όχημα και συνεπώς κανένα πυροσβεστικό όργανο, προκειμένου να προβεί στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς και τη διάσωση των κινδυνευόντων κατοίκων. Αποτέλεσμα της εγκληματικής αυτής παραλείψεως ήταν να βρουν στη συγκεκριμένη περιοχή τραγικό θάνατο τα επτά (7) εκ του συνολικού αριθμού των (101) θυμάτων».
Επίσης διατυπώνει τη θέση πως για το δράστη πρόκλησης της πυρκαγιάς Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο του Ανδρέα, που διαμένει στην οδό Ανδρούτσου αρ. 10 στο Νταού Πεντέλης, υπάρχουν ενδείξεις τέλεσης της πράξης του εμπρησμού κατά συρροή με την πράξη του εμπρησμού δάσους με ενδεχόμενο δόλο, δεδομένου ότι γνώριζε πώς την ημέρα που προέβη στην καύση των κλαδιών κλπ υπολειμμάτων ο κίνδυνος πυρκαγιάς ήταν πολύ υψηλός (Κατηγορία 4).
Ο κ. Γκουρμπάτσης αναφέρεται και στον κίνδυνο συγκάλυψης: «Ένα μέρος της πραγματικής αλήθειας, τι δηλαδή πραγματικά συνέβη και πως έδρασε ο αρμόδιος κρατικός μηχανισμός τη μοιραία εκείνη ημέρα της φονικότερης στην ελληνική ιστορία πυρκαγιάς από συστάσεως του ελληνικού κράτους, ίσως και το σημαντικότερο, δεν θα αποκαλυφθεί ποτέ, δεν θα λάμψει όλη η αλήθεια και δεν θα αποδοθεί Δικαιοσύνη, ως οφείλεται, αν δεν διαταχθεί αρμοδίως από τα δικαστικά – δικαιοδοτικά όργανα η άρση των επικοινωνιών, που πραγματοποιήθηκαν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα από την εκδήλωση της εν λόγω πυρκαγιάς έως την ώρα άφιξης του πρωθυπουργού στο ΕΣΚΕ μέσω των κινητών τηλεφώνων της πολιτικής και φυσικής Ηγεσίας του ΠΣ, του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας καθώς και άλλων οργάνων των αρμοδίων αρχών, φορέων και υπηρεσιών που συνέδραμαν τον δασοπυροσβεστικό μηχανισμό ή γενικά διαχειρίστηκαν ή ενεπλάκησαν καθοιονδήποτε τρόπο στην αντιμετώπιση της δημιουργηθείσης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης».
Είναι γεγονός ότι τα σημαντικότερα γεγονότα και οι σχετικές με τη διαχείρισή τους αποφάσεις ελήφθησαν όχι μέσω των συγκεκριμένων τηλεφωνικών συνδέσεων που διαθέτει το ΕΣΚΕ, τα οποία άλλωστε καταγράφονται στα οικεία καταγραφικά μηχανήματα που έχουν εγκατασταθεί και λειτουργούν στις εγκαταστάσεις του στο Χαλάνδρι, αλλά μέσω των (υπηρεσιακών ή προσωπικών) κινητών τηλεφώνων των προαναφερθέντων οργάνων.
Και τούτο γιατί αυτές οι πολύ σημαντικές για την αποκάλυψη όλης της αλήθειας επικοινωνίες δεν καταγράφονται στα εν λόγω μηχανήματα και αυτό είναι σε γνώση των συγκεκριμένων οργάνων, τα οποία έχουν πάγια τακτική να καταφεύγουν και επικοινωνούν με αυτόν τον τρόπο δηλαδή μέσω των κινητών τους, για να μην αποκαλυφθεί το περιεχόμενο των συνομιλιών τους, σε ενδεχόμενη δικαστική διερεύνηση συγκεκριμένης υπόθεσης, όπως στη συγκεκριμένη επίδικη υπόθεση.
«Κουβάρι» πολιτικοί και αξιωματικοί
Η Πυροσβεστική, δηλαδή το ΕΣΚΕ / 199-ΣΕΚΥΠΣ και η Ηγεσία ΠΣ, ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας και οι Υπουργοί Ν. Τόσκας και Π. Σκουρλέτης ήταν ενήμεροι (γνώριζαν), αφού ήταν όλοι στο ΕΣΚΕ, για την ύπαρξη νεκρών κατοίκων / παραθεριστών από την ώρα Ω/18:36:39 μμ. Ωστόσο επιβεβαιωμένο θύμα (νεκρό – άτομο μέσης ηλικίας) από την πυρκαγιά αναφέρεται από Αξιωματικό ΠΣ προς το 199-ΣΕΚΥΠΣ την ώρα Ω/19:51:04 μμ στην άκρη του δρόμου, επί της Λεωφόρου Δημοκρατίας αρ. 107 στο Κόκκινο Λιμανάκι (βλ. ενδεικτικά Έκθεση Απομαγνητοφώνησης / α/α 314 – α/α 513, σελ. 20, 21, 22 από 134, / α/α 514 – α/α 613, σελ. 7 από 67).
Ο Αν. Υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Ν. Τόσκας, – και βέβαια και ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Π. Σκουρλέτης – που βρίσκονταν με την Ηγεσία ΠΣ και το Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας στο ΕΣΚΕ, φέρεται (ο κ. Τόσκας και όχι ο κ. Σκουρλέτης) ότι μετείχε ενεργά στο συντονισμό των πυροσβεστικών δυνάμεων, αφού φέρεται να έδινε σχετικές εντολές σε επιχειρησιακό επίπεδο (που μεταφέρονταν από αξιωματικό του ΕΣΚΕ με επίκληση της ιδιότητά του σε άλλα επιχειρησιακά όργανα) , όπως στην περίπτωση των εναερίων μέσων, που είπε ο Διοικητής του ΕΣΚΕ σε σχετική συνομιλία:
«…τώρα τα χουμε ρίξει με εντολή του Υπουργού επάνω>> (βλ. ενδεικτικά Έκθεση Απομαγνητοφώνησης / α/α 314 – α/α 513, σελ. 29 από 134) και βέβαια ήταν ενήμεροι το ΕΣΚΕ, η (φυσική και πολιτική) Ηγεσία ΠΣ, ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Π. Σκουρλέτης καθώς και ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, ότι από την ώρα 19:51 μμ υπήρξε ο πρώτος επιβεβαιωμένος νεκρός (θύμα) από τη φονική πυρκαγιά στη Λ. Δημοκρατίας αρ. 107 στο Κόκκινο Λιμανάκι. Ωστόσο ο ίδιος στην από 05.02.2020 Έκθεση Εξέτασής του κατέθεσε ότι δεν έδωσε ούτε στον Τερζούδη (Αρχηγό ΠΣ), ούτε στον Ματθαιόπουλο (Υπαρχηγό Επιχειρήσεων) ούτε στον Φωστιέρη (Διοικητή του ΕΣΚΕ) <<…δεν έδωσα καμία οδηγία σε κανέναν πυροσβέστη στο πεδίο της πυρκαγιάς» και καμία οδηγία σε επιχειρησιακό κομμάτι. Ζήτησα μόνον ενημέρωση, εξηγήσεις και δικαιολογητικές σκέψεις. Ο ίδιος ως άνω Αν. Υπουργός, κ. Τόσκας κατέθεσε ότι δεν είχε ενημέρωση, παρόλο που ζητούσε συνεχώς, ότι είχε πάει άλλο εναέριο μέσο στην περιοχή Νταού Πεντέλης μέχρι τις 17:30 μμ καθώς και από την ώρα αυτή έως 18:00 μμ. Το γεγονός ότι η πυρκαγιά ήταν ανεξέλεγκτη πληροφορήθηκε στις 18:20 μμ, όταν δηλαδή πέρασε την Λ. Μαραθώνος και κατευθύνθηκε προς το Μάτι.
Στο ΕΣΚΕ βρίσκονταν μαζί με την Ηγεσία (φυσική και πολιτική) ΠΣ από την ώρα 17:48:02 μμ και ο Υπουργός Εσωτερικών. κ. Π. Σκουρλέτης και ως εκ τούτου θα έπρεπε να ήταν και αυτός ενήμερος για την απειλή (βλ. Έκθεση Απομαγνητοφώνησης / α/α 1624 α/α 2023, σελ. 129 από 155). Βέβαια ο ίδιος στην από 04.02.2020 Έκθεση Εξέτασής του κατέθεσε ότι η παρουσία του στο ΕΣΚΕ <<..είχε να κάνει περισσότερο με ηθική συμπαράσταση και των ανθρώπων που είναι επιφορτισμένοι με την ευθύνη της διαχείρισης της πυρκαγιάς>>. Άλλωστε ο ίδιος, όπως καταθέτει, είχε μόνον αρμοδιότητα στη νομοθετική πρωτοβουλία για ζητήματα πολιτικής προστασίας και ότι γι΄ αυτά ο Πρωθυπουργός είχε δώσει την αρμοδιότητα στον κ. Τόσκα.
Δεν δόθηκε εντολή εκκένωσης
Δεν εφαρμόστηκε το προληπτικό μέτρο πολιτικής προστασίας της οργανωμένης απομάκρυνσης των κατοίκων και παραθεριστών από το Ν. Βουτζά – Μάτι και Κόκκινο Λιμανάκι, με αποτέλεσμα το θάνατο (101) ατόμων (κατοίκων, επισκεπτών, παραθεριστών ή διερχόμενων) καθώς και το τραυματισμό ενός μεγάλου αριθμού κατοίκων και παραθεριστών. Ειδικότερα, η προβλεπόμενη έγκαιρη εισήγηση του αρμοδίου κατά νόμο (άρθρο 108 Ν. 4249/2014) οργάνου του Πυροσβεστικού Σώματος, είτε του επικεφαλής Αξιωματικού ΠΣ, που συντόνιζε τις πυροσβεστικές δυνάμεις στο πεδίο της μάχης, προς την Περιφερειάρχη Αττικής ή τον εξουσιοδοτημένο απ΄ αυτήν Αντιπεριφερειάρχη, επειδή η καταστροφή ήταν σε άνω του ενός Δήμου, ή της φυσικής Ηγεσίας του ΠΣ, προς τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας στις προβλεπόμενες από τον νόμο περιπτώσεις (άρθρο 2, παρ. 3 του Ν. 3013/2002, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παρ. 1 (β), (γ) και (δ) του Ν. 4249/2014), λόγω αρμοδιότητας και η λήψη της απόφασης από αυτούς, κατά περίπτωση, εκτιμώ ότι έπρεπε να ληφθεί έγκαιρα, γεγονός που αυτό δεν συνέβη ποτέ, αφού δεν προκύπτει.
Το έγκαιρα είναι περί ώρα 17:30 μμ, όπου το μέτωπο στο Νταού Πεντέλης έφτασε στην Ι.Μ. Παντοκράτορος και από εκεί χάθηκε ο έλεγχος του, αφού διασπάστηκε σε δύο νέα μέτωπο, το ένα κατευθυνόμενο προς Ν. Βουτζά – Μάτι και το άλλο προς Καλλιτεχνούπολη – Κόκκινο Λιμανάκι. Άλλωστε η αρμοδιότητα λήψης της οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών, δεν είναι ούτε αποκλειστική, ούτε έχει τεθεί από το νομοθέτη, με ποινή ακυρότητας της απόφασης αυτής. Επίσης η εισήγηση του επικεφαλής Αξιωματικού ΠΣ, δεν έχει τεθεί από τον νόμο επί ποινή ακυρότητας ούτε ως σύμφωνη γνώμη αλλά ούτε ως αναγκαίος όρος για τη λήψη της σχετικής απόφασης από το αρμόδιο κατά νόμο και περίπτωση όργανο.
Εκτιμώ λοιπόν, ότι το ιεραρχικά ανώτερο στο ισχύον σύστημα πολιτικής προστασίας της χώρας μας προφανώς έχει την ως άνω αρμοδιότητα έναντι του ιεραρχικά κατώτερου, πολύ δε περισσότερο μπορεί να συμβεί αυτό, όταν το ανώτερο όργανο έχει πλήρη εικόνα και αντίληψη του εξελισσόμενου ή απειλούμενου κινδύνου, όπως συνέβη στη συγκεκριμένη περίπτωση μεταξύ του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και των εξουσιοδοτηθέντων από την Περιφερειάρχη όργανα της Περιφέρειας Αττικής, δηλαδή τον τοπικό Αντιπεριφερειάρχη ή την Εντεταλμένη Σύμβουλο Πολιτικής Προστασίας.
Ο νομοθέτης θεσμοθετώντας το ως άνω προληπτικό μέτρο πολιτικής προστασίας, απέβλεψε μόνον στην προστασία της ζωής των κινδυνευόντων ατόμων των οποίων μπορεί να απειληθεί η ζωή από εξελισσόμενη ή απειλούμενη δασική πυρκαγιά. Ο χρόνος αυτός εκτιμώ ότι συντρέχει από τη στιγμή που οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν μπορούσαν πλέον να ελέγξουν και ν΄ αντιμετωπίσουν (καταπολεμήσουν – καταστείλουν) την πυρκαγιά στην περιοχή Νταού Πεντέλης και συγκεκριμένα, όταν το μέτωπο αυτής ξέφυγε από την περιοχή που βρίσκεται η Ιερά Μονή Παντοκράτορος κι εξαπλώθηκε ανατολικά προς το Νέο Βουτζά και νότιο-ανατολικά προς την Καλλιτεχνούπολη (βλ. εικόνες 42α και 42β). Και αυτό εκτιμώ, ότι συνέβη περί ώρα 17:30 μμ, όπως άλλωστε αυτό υποστηρίζεται και στη σχετική Έκθεση του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, όταν δηλαδή η πυρκαγιά αποκτά δυναμική (υψηλή ένταση) και κατευθύνεται προς οικιστικούς ιστούς.
Η μάχη με την καθυστέρηση επέκτασης αρχικά και ακολούθως με την αντιμετώπιση και καταστολή της πυρκαγιάς χάθηκε από την ώρα που το αρχικό μέτωπο της διασπώμενο σε δύο νέα, κατευθύνθηκαν στην μεταξύ της Ι.Μ. Παντοκράτορος και του Λύρειου Ιδρύματος δασική περιοχή, δεν αντιμετωπίστηκε στην περιοχή αυτή αποτελεσματικά (από ώρα 17:30 μμ έως 18:00 μμ).
Στη δασική αυτή περιοχή έπρεπε η Ηγεσία ΠΣ, το ΕΣΚΕ και οι επιτόπου επικεφαλής αξιωματικοί ΠΣ, που συντόνιζαν τις πυροσβεστικές δυνάμεις και το πυροσβεστικό έργο να μεριμνήσουν με κάθε τρόπο είτε να αναχαιτίσουν, ελέγξουν και καταστείλουν τα δύο μέτωπα, προς Ν. Βουτζά και Καλλιτεχνούπολη, είτε να επιβραδύνουν την εξάπλωσή τους, όσο γίνεται περισσότερο για να προλάβουν να τραπούν σε άτακτη φυγή οι κάτοικοι και παραθεριστές, δεδομένου δεν υπήρξε λήψη απόφασης για οργανωμένη απομάκρυνση τους. Κατόπιν τούτου και αφού τίποτε εκ των ανωτέρω δύο επιτεύχθηκε, η εξάπλωση των μετώπων της πυρκαγιάς στις συγκεκριμένες οικιστικές περιοχές ήταν προδιαγεγραμμένη, αναμενόμενη και σχεδόν βέβαιη.
Επισημαίνεται, ότι υπάρχει ενημέρωση από το Ε/Π ERICKSON, με κωδικό κλήσης <<ΑΦΡΟΔΙΤΗ>>, την ώρα Ω/17:10 μμ προς το ΕΣΚΕ και τη (φυσική και πολιτική) Ηγεσία του ΠΣ για την επικινδυνότητα της κατάστασης (οι φλόγες είχαν ήδη μπει στις αυλές των πρώτων σπιτιών στο Νταού Πεντέλης).
Επίσης την ώρα 17:20 μμ υπάρχει νεώτερη ενημέρωση για την επικινδυνότητα και την καταστροφικότητα της πυρκαγιάς προς την Ηγεσία ΠΣ και τη Διοίκηση του ΕΣΚΕ και από το Συντονιστικό Ε/Π του ΠΣ. Στην παρακάτω εικόνα 43, είναι εμφανής η καταστροφή διώροφης κατοικίας στον οικισμό Νταού Πεντέλης περί ώρα 16:50 μμ, επιβεβαιώνοντας έτσι την επικινδυνότητα και καταστροφικότητα της πυρκαγιάς από πολύ νωρίς, την οποία βέβαια αγνόησαν οι αρμόδιοι. Πως, όμως να ληφθεί απόφαση για οργανωμένη απομάκρυνση, όταν η ίδια η Πυροσβεστική Υπηρεσία, ακόμη και στο επίσημο Δελτίο Τύπου, που εκδόθηκε την 23η Ιουλίου 2018 και ώρα 21:45 μμ από το Γραφείο Τύπου του Αρχηγείου ΠΣ, είχε ομιχλώδη και συγκεχυμένη εικόνα και βέβαια ελλιπής και λανθασμένη για την περιοχή και ώρα που εκδηλώθηκε η πυρκαγιά, δεδομένου ότι αναφέρεται σ΄ αυτό: <<Η πυρκαγιά που εκδηλώθηκε στις 16:57 σε δασική έκταση στην περιοχή Καλλιτεχνούπολη…>>.
Εξάλλου, όπως αναφέρεται και στο Δελτίο Τύπου του ΑΠΣ, αλλά προκύπτει και από τις οκτώ (8) Εκθέσεις Απομαγνητοφώνησης των επικοινωνιών από το καταγραφικό μηχάνημα του ΕΣΚΕ, αντιθέτως με τους οικισμούς Ν. Βουτζά – Ματιού και Κόκκινου Λιμανάκι, υπήρξε από τις αρχές έγκαιρη και αποτελεσματικά οργανωμένη απομάκρυνση των ενοίκων του Λύρειου Ιδρύματος, που βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του Ν. Βουτζά καθώς και όλων των κατασκηνώσεων στον Άγιο Ανδρέα και Ζούμπερι (βόρεια του Ματιού), όπως των παιδικών κατασκηνώσεων του Δήμου Αθηναίων, ΚΑΑΥ – ΚΕΔΑ (Στρατού), Αστυνομίας κλπ, δηλαδή συνεχόμενα και βόρεια του Ματιού. Η εντολή για τις ανωτέρω κατασκηνώσεις δόθηκε την ώρα 18:31 μμ. Για ποιον λόγο λοιπόν δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί το προληπτικό ως άνω μέτρο έγκαιρα και για τους κατοίκους των οικισμών του Νέου Βουτζά – Ματιού και Κόκκινου Λιμανάκι;
Η λήψη της απόφασης βασίζεται στις εισηγήσεις των φορέων που κατά περίπτωση έχουν την ευθύνη περιορισμού των επιπτώσεων από την εξέλιξη της καταστροφής (άρθρο 108, παρ. 5, περίπτωση (στ) του Ν. 4249/2014). Και τούτο, γιατί στη συγκεκριμένη πυρκαγιά συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του νόμου (άρθρο 2, παρ. 3, σε συνδυασμό με το άρθρον8, παρ.1 (γ) και (δ) του Ν. 3013/2002), ήτοι η καταστροφή λόγω της συγκεκριμένης πυρκαγιάς είχε τα εκ του νόμου χαρακτηριστικά <<Περιφερειακής Καταστροφής Μεγάλης Έντασης>>.
Το αρμόδιο κατά νόμο όργανο για τη λήψη της ως άνω απόφασης, στην ως άνω πυρκαγιά υπό αυτές τις συνθήκες και με τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, έχω την άποψη, ότι θα μπορούσε να είναι ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, ο οποίος είχε ήδη από την πρώτη στιγμή πλήρη εικόνα και γνώση για την επικινδυνότητα και καταστροφικότητα της πυρκαγιάς καθώς και για την απειλή της, αφού παρευρίσκονταν ο ίδιος μαζί με την Ηγεσία ΠΣ στο ΕΣΚΕ, ή ο Γραμματέας – ήδη Συντονιστής – της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, κατόπιν σχετικής εξουσιοδότησης, και έπρεπε να εκτελεσθεί από την Περιφερειάρχη Αττικής ή τον εξουσιοδοτημένο από αυτήν αρμόδιο κατά τόπο Αντιπεριφερειάρχη και τους αρμόδιους κατά τόπο Δημάρχους. Η σχετική δε εισήγηση για την ανάγκη λήψης απόφασης οργανωμένης απομάκρυνσης έπρεπε να γίνει από την Ηγεσία ΠΣ, η οποία άλλωστε συντόνιζε την όλη πυροσβεστική επιχείρηση, έστω από το ΕΣΚΕ και ως εκ τούτου θεωρείται ότι η Ηγεσία ΠΣ ήταν, κατά το νόμο, <<επικεφαλής>> των πυροσβεστικών δυνάμεων.
Σε κάθε δε περίπτωση, την απόφαση της οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών υποχρεούτο να λάβει έστω η Περιφερειάρχης Αττικής ή ο εξουσιοδοτημένος απ΄ αυτήν Αντιπεριφερειάρχης, επειδή η εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή επηρέαζε πάνω από ένα δήμο, κατόπιν εισήγησης του επικεφαλής αξιωματικού του Πυροσβεστικού Σώματος που συντόνιζε το πυροσβεστικό έργο και είχε την ευθύνη συντονισμού των πυροσβεστικών δυνάμεων (προσωπικού και μέσων).
Αυτό βέβαια για να συμβεί θα έπρεπε να υπήρχε σχετική εισήγηση από την Πυροσβεστική. Τέτοια όμως εισήγηση, (γραπτή, προφορική, με fax, email ή sms) αρνούνται ότι έλαβαν ποτέ η Περιφερειάρχης Αττικής (βλ. το έγγραφο με αρ. πρωτ. 159623 /14 Αυγούστου 2018, συνημμένο στη σελ. 93 επ. της Έκθεσης Προκαταρκτικής Πραγματογνωμοσύνης, Επιπυραγού Λιότσιου Δημητρίου) και η Εντεταλμένη Περιφερειακή Σύμβουλος Πολιτικής Προστασίας και ως εκ τούτου μόνον η άρση του απορρήτου του κινητού των επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων καθώς και της Ηγεσίας ΠΣ, μπορεί ν΄ αποδείξει την αλήθεια των εκατέρωθεν ισχυρισμών. Περαιτέρω, η Αυτοτελής Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας της Περιφέρειας Αττικής έχει υποχρέωση (Εγκύκλιος με αρ. πρωτ. 2934 / 06-05-2015 της ΓΓΠΠ, Μέρος Τρίτο αυτής) να συντάξει μνημόνιο ενεργειών, σχετικά με τη δράση της οργανωμένης απομάκρυνσης πολιτών λόγω δασικών πυρκαγιών και να υλοποιηθούν οι ενέργειες αυτές στην πράξη και όχι να παραμείνουν στα έγγραφα. Πράγματι η εν λόγω Υπηρεσία έχει συντάξει <<Μνημόνιο ενεργειών πολιτικής προστασίας για την αντιμετώπιση κινδύνων που προέρχονται από την εκδήλωση δασικών πυρκαγιών>>.
Κατά συνέπεια, δεν υπήρξε από τις αρμόδιες κατά νόμον αρχές, όχι μόνον οργανωμένη απομάκρυνση των κατοίκων, παραθεριστών, επισκεπτών και διερχομένων ατόμων από τις ανωτέρω περιοχές, αλλά ούτε ενημέρωση των κατοίκων και παραθεριστών για την εξελισσόμενη απειλή της πυρκαγιάς. Κατόπιν τούτων τα θύματα και οι τραυματίες από την πυρκαγιά έμειναν στην τύχη τους παντελώς αβοήθητοι και χωρίς οποιαδήποτε σχετική ενημέρωση από τους αρμόδιους από Αρχές, Υπηρεσίες, Φορείς, όπως τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, Πυροσβεστική, Αστυνομία, Περιφέρεια, Δήμους και ως εκ τούτου κατέληξαν βασανιστικά και αβοήθητα.
Εκτιμώ ότι, αν η απόφαση της οργανωμένης απομάκρυνσης των κατοίκων και παραθεριστών κλπ πολιτών στους οικισμούς ανατολικά της Λ. Μαραθώνος (Μάτι – Κόκκινο Λιμανάκι κλπ) λαμβάνονταν μέχρι την 17:30 μμ, δεν θα υπήρχαν θύματα ή, σε κάθε περίπτωση, τα θύματα θα ήταν τουλάχιστον πολύ λιγότερα σε σχέση με τα (101) θύματα, που μέχρι σήμερα έχουν βρει το θάνατο στις ως άνω περιοχές.
Και τούτο γιατί, με μέση ταχύτητα 60 μέτρων / ανά λεπτό, δηλαδή άνετου (αργού) βαδίσματος από άτομα χωρίς φυσικά κινητικά προβλήματα, την απόσταση των 1,2 περίπου χιλιόμετρων από την Λ. Μαραθώνος έως την ακτογραμμή, θα την διάνυαν σε 20΄ λεπτά. Το ίδιο επίσης ισχύει και για τα (7) θύματα στο Ν. Βουτζά, τα οποία θα σώζονταν ή, σε κάθε περίπτωση, θα ήταν λιγότερα, αφού η διαφυγή τους και κυρίως με αυτοκίνητα μέσω της Λ. Μαραθώνος ήταν πιο ευχερής και ταχύτερη. Πιο συγκεκριμένα, με την ίδια ως άνω μέση ταχύτητα των 60 μέτρων / ανά λεπτό, δηλαδή άνετου (αργού) βαδίσματος από άτομα χωρίς φυσικά κινητικά προβλήματα, την απόσταση των 1,4 περίπου χιλιόμετρων από την είσοδο στο Ν. Βουτζά (Λύρειο Ίδρυμα) μέχρι την Λ. Μαραθώνος, θα την διάνυαν σε 23΄ λεπτά της ώρας. Σημειώνεται ότι το μέτωπο της πυρκαγιάς στο Ν. Βουτζά έφτασε περί ώρα 18:00 μμ.
Κατέρρευσε ο κρατικός μηχανισμός
Αποκλειστική και μοναδική αιτία για τις ανθρώπινες απώλειες, τραυματισμούς και τις λοιπές επιπτώσεις και συνέπειες είναι η ανικανότητα, ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα του αρμόδιου κρατικού μηχανισμού και πιο συγκεκριμένα του Δασοπυροσβεστικού Μηχανισμού και γενικά του Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, που τις κρίσιμες ώρες του κινδύνου ήταν ανύπαρκτος στις πληγείσες περιοχές και γενικά υπό διάλυση και σε κατάρρευση.
Ουσιαστικά για στη συγκεκριμένη καταστροφή υπήρξε αποτυχία και αναποτελεσματικότητα και γενικά ανικανότητα και ως εκ τούτου αποτελεί ευθύνη των αρμοδίων του Μηχανισμού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας γενικά και ειδικότερα του Δασοπυροσβεστικού Μηχανισμού να διαχειριστούν ορθά (έγκαιρα, με επάρκεια και αποτελεσματικά) και όπως επιβάλλονταν από το ισχύον θεσμικό και νομικό πλαίσιο, τον κίνδυνο – απειλή της συγκριμένης πυρκαγιάς και γενικά την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και αυτήν την κρίση.
Και τούτο συνέβη, γιατί η πυρκαγιά στους οικιστικούς ιστούς, όπως πχ στο οικισμό του Νταού Πεντέλης – Μάτι – Κόκκινο Λιμανάκι, εκδηλώθηκε σε μια ζώνη μίξης δασικών εκτάσεων με οικιστικούς ιστούς, με πολύ υψηλό και ευμετάβλητο φορτίο βλάστησης και με οικιστικές περιοχές με πλούσια καύσιμη ύλη. Οι μετεωρολογικές συνθήκες (υψηλές θερμοκρασίες 310 – 390 C, η χαμηλή σχετική υγρασία 15% – 35% και η ένταση των ανέμων 6 (bf) με ριπές (7 bf), σε συνδυασμό με τους δυτικούς ανέμους, που είναι γενικά ξηροί) παίζουν καθοριστικό ρόλο στην έναρξη και εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών. Ωστόσο οι ως άνω μετεωρολογικές συνθήκες, σε συνδυασμό με την τοπογραφία, πχ κλίση εδάφους (λόφοι, χαράδρες), το πυροθερμικό φορτίο, δηλαδή τα χαρακτηριστικά της βλάστησης καθώς και το μικροκλίμα, που δημιουργήθηκε από την ίδια την πυρκαγιά στο περιβάλλον της, ευνόησαν την ταχύτατη ανάπτυξη και εξάπλωσή της.
Εξάλλου, τόσο ο Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας γενικά όσο και ειδικότερα ο Δασοπυροσβεστικός Μηχανισμός κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα αποδείχθηκε ανίκανος, ανεπαρκής και αναποτελεσματικός, ελλείψει ειδικού σχεδιασμού επέμβασης, όπως πχ για τη διάσωση κινδυνευόντων από πυρκαγιές, οργάνωσης και εκπαίδευσης να εκπληρώσει την κύρια αποστολή του, που είναι στην προκειμένη περίπτωση, η καταστολή πυρκαγιάς (αστικής και δασικής) και η προστασία της ζωής με τη διάσωση κινδυνευόντων ατόμων καθώς και της περιουσίας των πολιτών από τον κίνδυνο πυρκαγιών, ενώ κατά το ίδιο διάστημα βρίσκονταν σε αδράνεια και υπό σύγχυση για τις απαιτούμενες ενέργειες και γενικά τις δράσεις του και μπρος στη δίνη αυτή, έτρεχε πίσω από τα γεγονότα κι ακολουθούσε το εξελισσόμενο καταστροφικό φαινόμενο, αντί έγκαιρα να το προλάβει και να το αντιμετωπίσει, με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα, πριν αυτό απειλήσει τη ζωή και την περιουσία των κατοίκων και παραθεριστών στις πληγείσες περιοχές και τελικά εξελιχθεί και καταλήξει σε φονική πυρκαγιά και εν τέλει σε εθνική τραγωδία για τη χώρα, με την απώλεια μέχρι σήμερα (101) ανθρώπινων ζωών.
Οι ως άνω δύο μηχανισμοί και συγκεκριμένα τόσο ο Μηχανισμός της Πολιτικής Προστασίας γενικά όσο ειδικότερα και ο Μηχανισμός Δασοπυρόσβεσης έμοιαζαν σαν ένα <<πλοίο ακυβέρνητο>>, που τις κρίσιμες ώρες κινούνταν με τις δυνάμεις και μέσα τους στο πεδίο της μάχης, ελλείψει σχεδίου, σαν να ΄΄έπλεε σε αχαρτογράφητα νερά΄΄ μέσα στην εξέλιξη του καταστροφικού φαινομένου, ανήμπορος να προσφέρει τις προβλεπόμενες από το νόμο για καθένα από αυτούς υπηρεσίες τους, παρόλο που η αντίστοιχη φυσική και πολιτική Ηγεσία τους ήταν παρούσες στο ΕΣΚΕ και είχαν την ευθύνη του συντονισμού των πυροσβεστικών δυνάμεων και μέσων και βέβαια είχαν πλήρη ενημέρωση και εικόνα της επικρατούσας ανά πάσα στιγμή κατάστασης του ως άνω καταστροφικού φαινομένου, αφού σε αρκετές περιπτώσεις έδιναν εντολές δια του ΕΣΚΕ / 199-ΣΕΚΥΠΣ σε επιχειρησιακά θέματα, όπως πχ εντολή απογείωσης πυροσβεστικών πτητικών μέσων για να μεταβούν στην πυρκαγιά της Κινέττας, ή εντολή προς ανώτατους αξιωματικούς ΠΣ, όπου επιχειρούσαν στην ως άνω περιοχή για να μεταβούν με μέσα και προσωπικό στην πυρκαγιά στο Νέο Βουτζά – Μάτι και Κόκκινο Λιμανάκι κλπ.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, το οποίο βέβαια είναι αδιανόητο και δημιουργεί ιδιαίτερο προβληματισμό, δεδομένου ότι έχει πολύ μεγάλο επιχειρησιακό ενδιαφέρον και φυσικά συναρτάται απολύτως με αυτόν και εκτός άλλων συνέβαλε σημαντικά και αιτιωδώς με τα τραγικά αποτελέσματα της φονικής πυρκαγιάς.
Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα προεκτεθέντα στοιχεία, αρχικά κανείς από τους τρεις Αντιστράτηγους του ΠΣ, δηλαδή την Ηγεσία του ΠΣ (Αρχηγό και δύο Υπαρχηγούς) δεν ανέλαβε να συντονίσει από αέρος με το Ε/Π του ΠΣ τις επίγειες δυνάμεις στο πεδίο της μάχης, όπως μέχρι τότε συνέβαινε σε όλα τα μεγάλα συμβάντα αλλά και τούτο προβλέπεται εκ του νόμου (άρθρο 12, παρ. 8 – Καθήκοντα Αρχηγού και άρθρο 13 – Καθήκοντα Υπαρχηγών του ΠΔ 210/1992 – Κανονισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας του ΠΣ).
Αντ΄ αυτού προτίμησαν να παραμείνουν όλοι στο ΕΣΚΕ με την πολιτική Ηγεσία και τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και να συντονίζουν και δίνουν από εκεί εντολές. Επίσης και άλλοι ανώτατοι αξιωματικοί, με θεσμική ή τοπική και μη αρμοδιότητα απέφυγαν ευθέως με διάφορα προσχήματα και δικαιολογίες ή τεχνηέντως, όπως λχ καθυστέρηση άφιξης στο συμβάν, να μεταβούν πρώτοι και υποχρεωθούν να αναλάβουν την ευθύνη του συντονισμού των πυροσβεστικών επιχειρήσεων, προφανώς γιατί γνώριζαν το τι θα επακολουθήσει (μεγάλος αριθμός θανάτων και τραυματισμών και τεράστιες καταστροφές περιουσιών, δομών κλπ) και ως εκ τούτου ήθελαν να αποφύγουν ενδεχόμενες ποινικές και άλλες ευθύνες.
Ο ρόλος των κορυφαίων αξιωματικών
Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα τηλεματικά δεδομένα (βλ. Παράρτημα / Πίνακα ΚΒ΄), τις εκθέσεις απομαγνητοφώνησης του Καταγραφικού Μηχανήματος καθώς και από άλλα αποδεικτικά στοιχεία: α) ο τότε Υποστράτηγος ΠΣ, Τζουβάρας Αχιλέας, Διοικητής της ΠΕ.ΠΥ.Δ. Αττικής, που ήταν στην πυρκαγιά της Κινέττας, έλαβε εντολή μέσω ΕΣΚΕ από την φυσική και πολιτική Ηγεσία ΠΣ (Υπουργού και Αρχηγού) στις 19:38 μμ και δεν μετέβη στο Μάτι, για άγνωστο λόγο. β) ο τότε Αρχιπύραρχος, Διοικητής της 1ης ΕΜΑΚ και νυν Αντιστράτηγος – Αρχηγός ΠΣ, Κολοκούρης Στέφανος, ο οποίος βρίσκονταν στην πυρκαγιά της Κινέττας, έλαβε εντολή λίγο μετά τις 17:00 μμ από τον τότε Υπαρχηγό Επιχειρήσεων, Αντιστράτηγο Β. Ματθαιόπουλο, ωστόσο παρέμεινε στην πυρκαγιά της Κινέττας μέχρι στις 19:59 μμ, μετέβη ακολούθως στις εγκαταστάσεις της ΕΜΑΚ στην Μαγούλα και αναχώρησε από αυτές τις εγκαταστάσεις μετά από τις 20:30 μμ (εντοπίζεται ακινητοποιημένο) με το ΠΣ 3693 (τζιπ), στις 20:59 μμ εντοπίζεται κινούμενο με ταχύτητα 124 χλμ/ώρα στην Αττική Οδό (ύψος Καματερού), ενώ αφίχθη στην περιοχή του συμβάντος (ύψος Λ. Μαραθώνος περιοχή Αγίας Βαρβάρας / Ραφήνας στις 21:30 μμ).
Επίσης το Λεωφορείο της ΕΜΑΚ (ΠΣ 3017) με το πεζοπόρο τμήμα της μέχρι τις 20:37 μμ εντοπίζεται στις εγκαταστάσεις της ΕΜΑΚ κινούμενο με ταχύτητα 24 χλμ/ώρα, ενώ στις 20:59 μμ εντοπίζεται στην Αττική Οδό (ύψος Μεταμόρφωσης) κινούμενο με ταχύτητα 52 χλμ/ώρα και στις 21:29 μμ αφίχθη στην περιοχή του συμβάντος (ύψος Λ. Μαραθώνος περιοχή Αγίας Βαρβάρας / Ραφήνας). γ) Ο τότε Πύραρχος και ήδη Αρχιπύραρχος, Παπαδόπουλος Δαμιανός, Διοικητής της Π.Υ. Νέας Μάκρης, ο αρμόδιος τοπικά για την πυροπροστασία των περιοχών Νέου Βουτζά, Καλλιτεχνούπολης, Ματιού και Κόκκινου Λιμανάκι, κινούμενος με το πυροσβεστικό όχημα χωρητικότητας 500 λίτρων νερού ΠΣ 3663, όπως προαναφέρθηκε, όπως ήδη έχει προαναφερθεί, απέφευγε αδικαιολογήτως και κατά τρόπο προκλητικό να επέμβει επιχειρησιακά (καταστολή πυρκαγιάς ή διάσωση κινδυνευόντων κατοίκων) κάθε φορά που το μέτωπο της πυρκαγιάς έφτανε σε περιοχή που βρίσκονταν ο ίδιος, κι αυτός στην περίπτωση αυτή μετακινείτο, αντί να επεμβαίνει ως όφειλε εκ του νόμου και των καθηκόντων του και μετέβαινε σε άλλες περιοχές που είτε δεν υπήρχε μέτωπο πυρκαγιάς δηλαδή δεν υπήρχε κίνδυνος, όπως λχ στις 18:59 μμ βρέθηκε πλησίον του Νταού Πεντέλης, όταν από την περιοχή αυτή η πυρκαγιά εξαπλώθηκε σε Ν. Βουτζά και Καλλιτεχνούπολη στις 17:30 μμ ή δεν δεν είχε εξαπλωθεί καθόλου το μέτωπο της πυρκαγιάς, όπως λχ στις 19:30 μμ και 20:21 μμ στην πόλη της Ραφήνας (πλησίον θέσης ΟΧΥΡΑ).
Ειδικότερα, στις 16:38 μμ και 16:47 μμ εντοπίζεται σε περιοχή της Ν. Μάκρης, ενώ στις 17:00 μμ κινούμενος με το πυροσβεστικό όχημα που επέβαινε και ταχύτητα 22 χλμ/ώρα εντοπίζεται στην Καλλιτεχνούπολη. Στις 17:15 μμ και ταχύτητα 18 χλμ/ώρα εντοπίζεται στη Λ. Μαραθώνος (ύψος Αγ. Βαρβάρας). Στις 17:34 μμ εντοπίζεται ακινητοποιημένος (ταχύτητα 0,0 χλμ) στη Λ. Μαραθώνος (ύψος Ιατρικού Κέντρου, Βιοϊατρική Ραφήνας), ενώ στις 18:19 μμ (ταχύτητα 62 χλμ), 18:26 μμ (ταχύτητα 0,0) και 18:42 μμ (ταχύτητα 9 χλμ) εντοπίζεται επίσης στην ίδια ως άνω περιοχή. Ακολούθως στις 18:59 μμ και ταχύτητα 52 χλμ/ώρα, εντοπίζεται πλησίον εισόδου Νταού Πεντέλης.
Στις 19:30 μμ (ταχύτητα 0,0 χλμ) και 20:21 μμ (ταχύτητα 2 χλμ/ώρα) εντοπίζεται στην πόλη της Ραφήνας (πλησίον θέσης ΟΧΥΡΑ), όπου δεν υπήρχε πυρκαγιά. Στη συνέχεια στις 20:44 μμ (ταχύτητα 0,0 χλμ) και 21:21 μμ (ταχύτητα 5 χλμ/ώρα) εντοπίζεται στη Λ. Μαραθώνος (ύψος Αγ. Βαρβάρα) και στις 21:30 μμ (ταχύτητα 29 χλμ/ώρα) εντοπίζεται στη Λ. Μαραθώνος (ύψος Ζούγκλα) και δ) ο τότε Διοικητής Π.Υ.Ν. Ανατολικής Αττικής, Αρχιπύραρχος και ήδη Υποστράτηγος, Χιώνης Χαράλαμπος, ο οποίος αντελήφθη προσωπικά την πυρκαγιά στις 16:50 μμ από το Μαρκόπουλο (θέση Προφήτη Ηλία), που βρίσκονταν από τις 16:37 μμ, και ειδοποίησε άμεσα δια ασυρμάτου τη Διοίκηση του ΕΣΚΕ, αντί να μεταβεί αμέσως στο συμβάν, δεδομένου ότι η πυρκαγιά εξαπλώνονταν σε περιοχές τοπικής αρμοδιότητάς του (Ν. Βουτζάς και Καλλιτεχνούπολη), παρέμεινε στο Μαρκόπουλο μέχρι στις 17:45 μμ όπου αναχώρησε από το Μαρκόπουλο με το ΠΣ 3054 (τζιπ) κινούμενο μα ταχύτητα 58 χλμ/ώρα και αφίχθη στην περιοχή Ν. Βουτζά (πλησίον Πλ. Χρυσοστόμου Σμύρνης) στις 18:00 μμ, όταν η πυρκαγιά εξαπλώθηκε στο Ν. Βουτζά και δεν υπήρχαν πυροσβεστικές δυνάμεις στην περιοχή αυτή.
Στις 18:35 μμ εντοπίζεται κινούμενο με ταχύτητα 41 χλμ/ώρα στη συμβολή της Χρυσοστόμου Σμύρνης με την Λ. Μαραθώνος, δηλαδή στην αντίθετη πλευρά, όταν το μέτωπο πέρασε από το Βουτζά στο Μάτι από το ύψος Ισμήνης και Κυανής Ακτής. Ακολούθως στις 19:00 μμ βρίσκεται ακινητοποιημένο στη Λ. Μαραθώνος (ύψος Ιατρικού Κέντρου – Βιοϊατρική Ραφήνας). Ακολούθως στις 19:30 μμ εντοπίζεται κινούμενο με ταχύτητα 24 χλμ/ώρα στο Ν. Βουτζά (Πλατεία Χρ. Σμύρνης), στις 20:00 μμ εντοπίζεται ακινητοποιημένο στη διασταύρωση της Λ. Μαραθώνος με την Ισμήνης και Κυανή Ακτή. Ακολούθως βρίσκεται ακινητοποιημένο στις 20:30 μμ στη Λ. Μαραθώνος (ύψος Νέου Πόντου), στις 21:00 μμ εντοπίζεται κινούμενος με ταχύτητα 51 χλμ/ώρα στη Λ. Μαραθώνος και Χρ. Σμύρνης, ενώ στις 21:30 μμ εντοπίζεται με τα ταχύτητα 39 χλμ/ώρα στη Λ. Μαραθώνος ( ύψος Ιατρικού Κέντρου – Βιοϊατρική Ραφήνας).
Δηλαδή, όπως προκύπτει από τα ως άνω τηλεματικά δεδομένα ούτε στο Μάτι ούτε στο Κόκκινο Λιμανάκι εισήλθε τα ως άνω κρίσιμα χρονικά διαστήματα για να επιχειρήσει και συντονίσει ως επικεφαλής των πυροσβεστικών δυνάμεων στις εν λόγω περιοχές παρόλο που ήταν στην τοπική αρμοδιότητά του. ε) ο τότε αρμόδιος Υποστράτηγος – Συντονιστής Επιχειρήσεων (έδρα Πειραιά) και ήδη απόστρατος Αντιστράτηγος, Γιόβας Κων/νος, ο οποίος βρίσκονταν στα Ιωάννινα με άδεια (ειδοποιήθηκε περί ώρα 13:30 μμ και αφίχθη στην περιοχή μετά την 22:30 μμ).
στ) Επίσης ο τότε Αρχιπύραρχος και ήδη Υποστράτηγος, Λάμπρης Χρήστος, έχοντας εντολή από την Ηγεσία ΠΣ για άσκηση καθηκόντων Εναέριου Συντονιστή στην πυρκαγιά, αφίχθη με το Ε/Π του ΠΣ την ώρα 17:20 μμ και περί ώρα 17:35 μμ στο Νταού Πεντέλης και έδωσε στο ΕΣΚΕ, όπου παρευρίσκονταν η Ηγεσία (πολιτική και φυσική) ΠΣ, η Διοίκηση του ΕΣΚΕ και ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας, πραγματική online εικόνα της πυρκαγιάς από την περιοχή αυτή, απομακρύνθηκε για να προσγειωθεί στο Α/Δ Ελευσίνας και όχι για Ελ. Βενιζέλος, που ήταν δίπλα από το Νταού Πεντέλης, χωρίς εντολή της Ηγεσίας, όπως ισχυρίζεται ο Υπαρχηγός Επιχειρήσεων στο από 23.11.2018 Υπόμνημα Εγγράφων Εξηγήσεων του, ενώ ο ίδιος έχει καταθέσει το αντίθετο (βλ. από 23.10.2019 Έκθεση Εξέτασή του), από την ευρύτερη περιοχή με το Συντονιστικό Ε/Π του ΠΣ τύπου ΒΚ-117 (ΦΛΟΓΑ 1), κατά παράβαση της με Αρ. Πρωτ. 38242 οικ. Φ. 702.15 / 28-06-2018 Διαταγής Αρχηγού ΠΣ, όλως περιέργως πρόωρα και αδικαιολογήτως, αφού υπήρχαν, όπως προκύπτει, και άλλα καύσιμα για πτήση ακόμη τουλάχιστον 20 λεπτών – το πιο κρίσιμο διάστημα – για το συντονισμό των πυροσβεστικών δυνάμεων.
Το πιθανότερο, όπως εκτιμώ, είναι ότι η απομάκρυνση του συνδέεται με την αντίληψη του, λόγω εμπειρίας στα καθήκοντα αυτά και κυρίως λόγω των εξειδικευμένων γνώσεών του ως Δασολόγου, για τον άμεσα επερχόμενο κίνδυνο για ανθρώπινες ζωές στο Ν. Βουτζά και την αποφυγή ανάληψης ενδεχόμενων ευθυνών.
Η εμπλοκή των πολιτικών
Περαιτέρω, σε κάθε φάση της πυρκαγιάς, από την πρώτη στιγμή της αναγγελίας της στο «199- ΣΕΚΥΠΣ» την ανάπτυξη στο Νταού, την εξάπλωση και διάδοση στους πληγέντες οικισμούς, έως και την απόληξη και αυτοκατάσβεσή της στις ακτογραμμές στο Μάτι και Κόκκινο Λιμανάκι και ανά πάσα στιγμή και με κάθε λεπτομέρεια, όπως για την επικινδυνότητα και καταστροφικότητά της, ήδη από την περιοχή έναρξης στο Νταού Πεντέλης, η πολιτική και φυσική Ηγεσία ΠΣ και πιο συγκεκριμένα ο Αν. Υπουργός κ. Ν. Τόσκας – και ο Υπουργός κ. Π. Σκουρλέτης από την ώρα άφιξής του στο ΕΣΚΕ, ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας κ. Ι. Καπάκης, ο Αρχηγός και οι δύο Υπαρχηγοί ΠΣ καθώς και η Διοίκηση του (κεντρικού) Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου του ΠΣ και της ΓΓΠΠ καθώς και των επιμέρους υπαγομένων σε αυτό Επιχειρησιακών Κέντρων και πιο συγκεκριμένα του 199-ΣΕΚΥΠΣ, του ΣΚΕΔ και του ΚΕΠΠ, είχαν πλήρη εικόνα και λεπτομερή πληροφόρηση για την επικρατούσα κατάσταση από το μέτωπο που αρχικά αναπτύχθηκε και ακολούθως εξελίσσονταν, διαδίδονταν και κατευθύνονταν η φονική πυρκαγιά.
Ωστόσο, η ίδια ως άνω Ηγεσία (πολιτική και φυσική) ολιγώρησε εγκληματικά τις κρίσιμες ώρες, αφού δεν πήρε το ΄΄πηδάλιο΄΄ στα χέρια της και με τις δικές της κατάλληλες, ορθές και επιβεβλημένες επιχειρησιακά οδηγίες, εντολές και αποφάσεις, να συντονίσει αποτελεσματικά τις δυνάμεις και τα μέσα τους, για να διασώσουν τα θύματα και βοηθήσουν τους υπόλοιπους κατοίκους και παραθεριστές, στον να απομακρυνθούν έγκαιρα και με ασφάλεια προς προστατευόμενες και ασφαλείς για τη ζωή τους περιοχές.
Επί ένα σχεδόν τρίωρο (3-ωρο) το πιο κρίσιμο και συγκεκριμένα από την ώρα 16:41 μμ αναγγελίας της πυρκαγιάς στο «199-ΣΕΚΥΠΣ» έως και την ώρα 19:30 μμ, όπου η πυρκαγιά είχε φτάσει στην ακτογραμμή στο Μάτι και Κόκκινο Λιμανάκι και όλα ήδη είχαν πλέον κριθεί και τα (101) μέχρι σήμερα ανθρώπινα θύματα καθώς και οι (58) σοβαρά τραυματίες είτε είχαν απανθρακωθεί άμεσα είτε υπέστησαν σοβαρά θερμικά ή επιδερμικά εγκαύματα από τα θερμά προϊόντα της καύσης (φλόγες, καπνούς, θερμά αέρια) ή από την ιδιαίτερα υψηλή θερμική ακτινοβολία, δηλαδή κατά το χρονικό διάστημα που διήρκεσε το κυρίως καταστροφικό μένος της η πυρκαγιά, ο κρατικός μηχανισμός (Μηχανισμός Δασοπυρόσβεσης και Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας) είχε καταρρεύσει και παραλύσει, αφού ήταν σχεδόν ανύπαρκτος στις οικιστικές και στις άλλες περιοχές, όπου χρειάζονταν η ενεργή παρουσία, συμμετοχή και δράση του, προκειμένου να προστατέψει και διασώσει όσους κατοίκους, παραθεριστές και διερχόμενους κινδύνευαν από τα εξελισσόμενα πύρινα μέτωπα.
Όσοι δε από αυτούς διασώθηκαν, συμπτωματικά διασώθηκαν και όχι με βάση ορισμένο σχέδιο από τις πυροσβεστικές δυνάμεις ή γενικά από τις δυνάμεις πολιτικής προστασίας. Για το σκοπό αυτόν οι προαναφερόμενοι κρατικοί μηχανισμοί δια της Ηγεσίας τους, που είχε την ανώτατη διεύθυνση, συντονισμό και έλεγχο του στελεχιακού δυναμικού, εξοπλισμού και μέσων τους (επίγειων και εναέριων) καθώς και των αρμοδίων θεσμικά οργάνων τους, που διαχειρίστηκαν με κάθε τρόπο την πυρκαγιά, εκτιμώ ότι ευθύνονται όχι μόνον για την απώλεια των (101) ανθρώπινων ζωών και τον τραυματισμό ενός άλλου αριθμού συνανθρώπων μας, εκ των οποίων ένας ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός νοσηλεύτηκε αρχικά και για μεγάλο διάστημα σε διάφορα Νοσοκομειακά Ιδρύματα της Αττικής και τελικά (58) εξ αυτών παρέμεινε μέχρι και σήμερα με σοβαρά εγκαύματα, αλλά και γιατί με τις πράξεις και παραλείψεις τους εξέθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή και όλων των άλλων κατοίκων και παραθεριστών, που βρέθηκαν την ημέρα της 23ης Ιουλίου 2018 στους πληγέντες οικισμούς ή στις θαλάσσιες περιοχές αυτών και παρόλο που είχαν εκ του νόμου την αρμοδιότητα της ασφάλειας και προστασίας τους από τον κίνδυνο των πυρκαγιών τους εγκατέλειψαν εντελώς αβοήθητους, αδιαφορώντας για την ανθρώπινη ζωή, όπως για παράδειγμα συνέβη ενδεικτικά, είτε με την παροχή άκρως επικίνδυνων για τη ζωή τους συμβουλών και προτροπών από τα όργανα του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου του ΠΣ, όπως πχ τους τηλεφωνητές, σε κινδυνεύοντες κατοίκους των ανωτέρω οικισμών, όταν καλούσαν για βοήθεια στο <<199-ΣΕΚΥΠΣ>>, είτε με την αδικαιολογήτως καθυστερημένη παροχή βοήθειας και απεγκλωβισμού κατοίκων από τα μέτωπα πυρκαγιάς από πυροσβεστικές δυνάμεις, οι οποίοι έχασαν αποδεδειγμένα τη ζωή τους, χαρακτηριστικό παράδειγμα τα τρία θύματα στις εγκαταστάσεις των κατασκηνώσεων του Ελληνικού Ομίλου Φυσιολατρών (ΕΟΦ) στο Μάτι για τα οποία ζητήθηκε τηλεφωνικά από το <<199>> η διάσωσή τους και λόγω καθυστερημένης αντίδρασης της Πυροσβεστικής βρέθηκαν ακολούθως απανθρακωμένα, ή και με την αδικαιολογήτως καθυστερημένη επέμβαση των αρμοδίων λιμενικών αρχών για τη διάσωση όσων κολυμπούσαν στις θαλάσσιες περιοχές στο Μάτι και Κόκκινο Λιμανάκι για να διασωθούν από τον κίνδυνο της πυρκαγιάς κλπ.
Είναι πρωτόγνωρη στα πυροσβεστικά χρονικά και στην ιστορία του Πυροσβεστικού Σώματος από ιδρύσεώς του το έτος 1930 μέχρι σήμερα η παράλυση, διάλυση και ανικανότητα του Δασοπυροσβεστικού Μηχανισμού να αντιδράσει αποτελεσματικά και με επάρκεια και να αντιμετωπίσει την κρίση αυτή, εξ αιτίας της καταστροφικής πυρκαγιάς και κυρίως να προστατέψει και διασώσει κατοίκους και παραθεριστές που κινδύνευαν από τα πύρινα μέτωπα, με τα τραγικά αποτελέσματα της απώλειας μέχρι σήμερα (101) ανθρώπινων ζωών και τον σοβαρό τραυματισμό άλλων (58) συνανθρώπων μας. Και τούτο, εξ αιτίας της ανικανότητας, ανοργανωσιάς και γενικά λόγω του ελλείμματος επιχειρησιακής ικανότητας, επάρκειας και αποτελεσματικότητάς του, με απλά δηλαδή λόγια την κατάρρευσή του.
Πρωτόγνωρο επίσης για τη χώρα είναι η κατάρρευση και ανυπαρξία από θεσπίσεως στη χώρα το έτος 1995, του συστήματος Πολιτικής Προστασίας, σύμφωνα με τον Ν. 2344/1995 (ΦΕΚ 212 / τ. Β΄), η παρουσία του Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας ήταν εμφανής μόνον επί χάρτου ήτοι στις εγκυκλίους της ΓΓΠΠ, οι οποίες στην ως άνω πυρκαγιά δεν εφαρμόστηκαν από τις δυνάμεις πολιτικής προστασίας.
Επισημαίνεται ακόμη, ότι τόσο η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, που ευθύνεται για το σχεδιασμό, οργάνωση, λειτουργία και γενικά τη διαχείριση του συστήματος Πολιτικής Προστασίας της χώρας, όσο και ο Δασοπυροσβεστικός Μηχανισμός, για τον οποίο ευθύνεται το Πυροσβεστικό Σώμα, είναι υπηρεσίες υπαγόμενες ήδη στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Εξάλλου οι Υπουργοί, – και στην προκειμένη περίπτωση οι κ.κ. Π. Σκουρλέτης και Ν. Τόσκας, μεταξύ άλλων αρμοδιοτήτων, σύμφωνα με το Άρθρο Πρώτο, Κεφάλαιο Δ΄, άρθρο 41, παρ. 3 του ΠΔ 63/2005 <<Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα>>, έχουν την ανώτατη διεύθυνση των υπηρεσιών που υπάγονται στο υπουργείο, του οποίου προΐστανται και κατευθύνουν, συντονίζουν, εποπτεύουν και ελέγχουν τη δράση τους καθώς και τη δράση των υπαλλήλων και δημοσίων λειτουργών που υπάγονται σε αυτούς. Εξάλλου, σύμφωνα με την παρ. 3 του ιδίου ως άνω άρθρου 61, ο Αναπληρωτής Υπουργός ορίζεται με απόφαση του Πρωθυπουργού. Περαιτέρω με την Αριθ. Υ 186 / 10 Νοεμβρίου 2016 (ΦΕΚ 3671 / τ. Β΄/ 11 Νοεμβρίου 2016), Απόφαση του Πρωθυπουργού, στον Αν. Υπουργό Εσωτερικών κ. Νικόλαο Τόσκα, ανατέθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 1 και με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της απόφασης αυτής, η άσκηση του συνόλου των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών του πρώην Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Έτσι ο Αν. Υπουργός, κ. Ν. Τόσκας, σύμφωνα με την σχετική απόφαση του Πρωθυπουργού αρμοδιότητες Πολιτική Προστασίας, συνεπώς ήταν ο πολιτικός προϊστάμενος του Πυροσβεστικού Σώματος και της ΓΓΠΠ, ενώ ο Υπουργός κ. Π. Σκουρλέτης, είχε μόνον νομοθετική πρωτοβουλία σε νόμους σχετικούς με την Πολιτική Προστασία.
Συμπέρασμα
Περαιτέρω, ως προς τη μορφή της υπαιτιότητας των αρμοδίων οργάνων, επισημαίνονται τα εξής: Μπορεί το επελθόν εγκληματικό αποτέλεσμα να μην έγινε με πρόθεση (άμεσο δόλο), όμως οι αρμόδιοι που είχαν την ευθύνη του κεντρικού Συντονισμού Επιχειρησιακού Κέντρου των πυροσβεστικών δυνάμεων (ΕΣΚΕ) και γενικά των δυνάμεων πολιτικής προστασίας γνώριζαν, ότι, αν δεν ληφθούν αρμοδίως έγκαιρα δράσεις αποτελεσματικής, οργανωμένης και συντονισμένης αντιμετώπισης της προαναφερόμενης πυρκαγιάς από τον εξελισσόμενο ή απειλούμενο κίνδυνο, αυτή θα εξελιχθεί σε καταστροφικό φαινόμενο και ως εκ τούτου θα δημιουργηθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης (κρίση) και συνεπώς θα απειλήσεις άμεσα τη ζωή, σωματική ακεραιότητα και περιουσία των πολιτών των οικιστικών περιοχών και το επελθόν εγκληματικό αποτέλεσμα (θάνατοι και τραυματισμοί) θα ήταν αναπόφευκτο και σχεδόν βέβαιο, παρόλα αυτά από σωρεία λαθών, παραλείψεων, ολιγωριών, αρρυθμιών και δυσλειτουργιών, όπως αυτά αναλυτικά περιγράφονται παραπάνω, δεν ενήργησαν , ως όφειλαν για την άμεση αποτροπή του (αποδοχή εγκληματικού αποτελέσματος), ενεργώντας δηλαδή με ενδεχόμενο δόλο.
Επισημαίνεται δε ότι οι ως άνω αρμόδιοι ήταν ενήμεροι και είχαν πλήρη και αναλυτική εικόνα και γνώση για την επικρατούσα ανά πάσα στιγμή κατάσταση στο πεδίο της πύρινης μάχης και είχαν στοιχεία για τον απειλούμενο ή εξελισσόμενο κίνδυνο και απειλή τόσο από πληροφορίες, που τους διαβιβάζονταν από τους αξιωματικούς ΠΣ που επιχειρούσαν στον τόπο του συμβάντος, τα πληρώματα των χρησιμοποιηθέντων πτητικών μέσων, όπως Α/Φ και Ε/Π (ιδιόκτητων και μισθωμένων) αλλά και από το σύστημα ENGAGE που χρησιμοποιείται στο ΕΣΚΕ και είχαν πρόσβαση, στο οποίο υπήρχε online πλήρης αποτύπωση όλων των πόρων, όπως πχ πυροσβεστικών οχημάτων, τόσο σε προ-κατασταλτικό όσο και σε κατασταλτικό στάδιο.