Το Εωθινό Ευαγγέλιο Κυριακής 25 Φεβρουαρίου 2024. Αρχή του Τριωδίου. ΙΣΤ’ Κυριακής Λουκά Τελώνου και του Φαρισαίου. Εορτή της Ορθοδοξίας: Ο Άγιος Ταράσιος ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης. Ο Άγιος Ρηγίνος ο Ιερομάρτυρας και Επίσκοπος Σκοπέλου. Ο Άγιος Αλέξανδρος ο Μάρτυρας ο εν Δριζιπάρω της Θράκης. Εωθινό Ευαγγέλιο Κυριακής, Ήχος πλ. α’ – Εωθινόν Ε’. Κατά Λουκά: Η ανάσταση του Ιησού. Η πορεία προς τους Εμμαούς. Εωθινό Ευαγγελικό απόσπασμα της ΙΣΤ’ Κυριακής Λουκά του Τελώνη και του Φαρισαίου από πρωτότυπο και σε νεοελληνική απόδοση.
Εωθινό Ευαγγέλιο Κυριακής, Κατά Λουκά ΚΔ'(24) 12-35
Ήχος πλ. α’ – Εωθινόν Ε’
ὁ δὲ Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτὸν θαυμάζων τὸ γεγονός.
Καὶ ἰδοὺ δύο ἐξ αὐτῶν ἦσαν πορευόμενοι ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα ἀπὸ ῾Ιερουσαλήμ, ᾗ ὄνομα ᾿Εμμαούς.
καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν συμβεβηκότων τούτων.
καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς καὶ συζητεῖν καὶ αὐτὸς ὁ ᾿Ιησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς·
οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν.
εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· τίνες οἱ λόγοι οὗτοι οὓς ἀντιβάλλετε πρὸς ἀλλήλους περιπατοῦντες καί ἐστε σκυθρωποί;
ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν· σὺ μόνος παροικεῖς ἐν ῾Ιερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις;
καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ποῖα; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· τὰ περὶ ᾿Ιησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ,
ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς κρῖμα θανάτου καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν.
ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν ᾿Ισραήλ· ἀλλά γε σὺν πᾶσι τούτοις τρίτην ταύτην ἡμέραν ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ταῦτα ἐγένετο.
ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν ἐξέστησαν ἡμᾶς γενόμεναι ὄρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον,
καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν αὐτὸν ζῆν.
καὶ ἀπῆλθόν τινες τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον.
καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς· ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται!
οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ;
καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ.
Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο πορρωτέρω πορεύεσθαι·
καὶ παρεβιάσαντο αὐτὸν λέγοντες· μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα. καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς.
καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κατακλιθῆναι αὐτὸν μετ᾿ αὐτῶν λαβὼν τὸν ἄρτον εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς.
αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν· καὶ αὐτὸς ἄφαντος ἐγένετο ἀπ᾿ αὐτῶν.
καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους· οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς;
Καὶ ἀναστάντες αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ὑπέστρεψαν εἰς ῾Ιερουσαλήμ, καὶ εὗρον συνηθροισμένους τοὺς ἕνδεκα καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς,
λέγοντας ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως καὶ ὤφθη Σίμωνι.
καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου.
Νεοελληνική Απόδοση
Η ανάσταση του Ιησού
Τότε ο Πέτρος σηκώθηκε και έτρεξε στο μνήμα και, αφού έσκυψε κάτω, βλέπει τους επιδέσμους μόνο, και έφυγε, θαυμάζοντας μέσα του για το γεγονός.
Η πορεία προς τους Εμμαούς
Και ιδού, δύο από αυτούς κατ’ αυτήν την ημέρα πορεύονταν σε ένα χωριό που απείχε περίπου δέκα χιλιόμετρα από την Ιερουσαλήμ, του οποίου το όνομα ήταν Εμμαούς.
Και αυτοί μιλούσαν μεταξύ τους για όλα αυτά που είχαν συμβεί.
Και συνέβηκε, ενώ αυτοί μιλούσαν και συζητούσαν, τότε ο ίδιος ο Ιησούς να πλησιάσει. Και προχωρούσε μαζί τους.
Αλλά τα μάτια τους κρατούνταν, για να μην τον αναγνωρίσουν.
Είπε τότε προς αυτούς: «Ποια είναι αυτά τα λόγια που ανταλλάσσετε μεταξύ σας περπατώντας;» Και εκείνοι στάθηκαν σκυθρωποί.
Αποκρίθηκε, λοιπόν, ένας με το όνομα Κλεόπας και είπε προς αυτόν: «Εσύ μόνος παροικείς στην Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες όσα έγιναν μέσα σ’ αυτήν τις ημέρες αυτές;»
Και τους είπε: «Ποια;» Εκείνοι του είπαν: «Τα σχετικά με τον Ιησού το Ναζαρηνό, ο οποίος ήταν άντρας προφήτης, δυνατός σε έργα και σε λόγια απέναντι στο Θεό και σε όλο το λαό.
Και πώς τον παράδωσαν οι αρχιερείς και οι άρχοντές μας σε καταδίκη θανάτου και τον σταύρωσαν.
Εμείς όμως ελπίζαμε ότι αυτός είναι εκείνος που μέλλει να λυτρώνει το λαό Ισραήλ. Αλλά, βέβαια, και μαζί με όλα αυτά, είναι η τρίτη ημέρα αυτή που περνάει αφότου έγιναν αυτά.
Αλλά και κάποιες γυναίκες από εμάς μας άφησαν εκστατικούς, όταν πήγαν με τον όρθρο στο μνήμα
και, επειδή δε βρήκαν το σώμα του, ήρθαν, λέγοντας πως έχουν δει και οπτασία αγγέλων, οι οποίοι λένε ότι αυτός ζει.
Και πήγαν μερικοί από αυτούς που είναι μαζί μας στο μνήμα και βρήκαν τα πράγματα έτσι καθώς είπαν και οι γυναίκες, αλλά αυτόν δεν τον είδαν».
Και τότε αυτός είπε προς αυτούς: «Ω, ανόητοι και αργοί στην καρδιά στο να πιστεύετε σε όλα όσα λάλησαν οι προφήτες.
Δεν έτρεπε αυτά να πάθει ο Χριστός και να εισέλθει στη δόξα του;»
Και αφού άρχισε από το Μωυσή και από όλους τους προφήτες, διερμήνεψε σ’ αυτούς μέσα σ’ όλες τις γραφές τα σχετικά με τον εαυτό του.
Και πλησίασαν στο χωριό όπου πήγαιναν, και τότε αυτός προσποιήθηκε ότι πηγαίνει μακρύτερα.
Και τον πίεσαν, παρακαλώντας τον και λέγοντας: «Μείνε μαζί μας, γιατί πλησιάζει η εσπέρα και έχει γείρει ήδη η ημέρα». Και εισήλθε για να μείνει μαζί τους.
Και όταν κάθισε, για να φάει μαζί τους, αφού έλαβε τον άρτο, τον ευλόγησε και, αφού τον έκοψε με τα χέρια, τον έδινε σ’ αυτούς.
Τότε διανοίχτηκαν οι οφθαλμοί τους και τον αναγνώρισαν. Αλλά αυτός έγινε άφαντος από αυτούς.
Και είπαν μεταξύ τους: «Η καρδιά μας δεν έκαιγε συνεχώς μέσα μας καθώς μας μιλούσε στο δρόμο, όπως μας διάνοιγε τις Γραφές;»
Και αφού σηκώθηκαν αυτήν την ώρα, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και βρήκαν συναθροισμένους τους έντεκα και όσους ήταν μαζί τους,
που έλεγαν ότι πράγματι εγέρθηκε ο Κύριος και φανερώθηκε στο Σίμωνα.
Και αυτοί διηγούνταν όσα έγιναν στο δρόμο και πώς γνωρίστηκε σ’ αυτούς με το κόψιμο
Δείτε σε βίντεο για την αρχή, τις Κυριακές, το Ψυχοσάββατο και ευχές του Τριωδίου.